Σαντορίνη και Βενετία: Οι Ντίσνεϊλαντ της Μεσογείου κινδυνεύουν

Τόποι που καταλαμβάνονται από εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο, όπως η Βενετία και η Σαντορίνη, χάνονται ταχύτατα μέσα από τα χέρια αυτής της γενιάς. Κι όμως οι κάτοικοι διστάζουν να πάρουν μέτρα που θα περιορίσουν την καταστροφή.

Την περασμένη εβδομάδα, στη συνάντηση της Unesco στο Ριάντ αποφασίστηκε να μην προστεθεί η Βενετία στις τοποθεσίες της κληρονομιάς της ανθρωπότητας που κινδυνεύουν.

Οι κίνδυνοι για τη Βενετία είναι ανθρωπογενείς· οφείλονται κυρίως στις μάζες των ανθρώπων που την κατακλύζουν, στον υπερτουρισμό αλλά και τη θάλασσα που ανεβαίνει. Η Βενετία με πολύ ενεργητικό λόμπινγκ κατάφερε να μην περιληφθεί στην κληρονομιά της ανθρωπότητας που απειλείται, καθώς οι εκπρόσωποί της επικαλέσθηκαν μεταξύ άλλων την πρόθεσή τους να επιβάλλουν σε κάθε επισκέπτη ένα παράβολο 5 ευρώ, ώστε να ανακόψουν τα κύματα των τουριστών που εξορμούν κάθε χρόνο στην Γαληνοτάτη. Η πόλη δεσμεύθηκε διά του δημάρχου της, Λουίτζι Μπρουνάρο, ότι θα βάλει φρένο στους 120.000 επισκέπτες την ημέρα, το 70% των οποίων μένει μόλις για ένα 24ωρο. Το γεγονός ότι ο αριθμός των κλινών ξεπερνάει τον αριθμό των μόνιμων κατοίκων είναι μία λεπτομέρεια (49.300 κάτοικοι έναντι 49.700 κλινών).

Γεγονός είναι ότι η ιταλική πόλη δέχεται κάθε χρόνο 30 εκατομμύρια τουρίστες. Παρόλο που η Βενετία μείωσε τους επισκέπτες της κατά 10% έναντι του 2019, θεωρείται από την Unesco ότι έχει αποτύχει να ελέγξει τις ημερήσιες ροές τους. Αλλά και η μαζική μετανάστευση των κατοίκων της (χάνει 1.000 κατοίκους τον χρόνο σε σταθερή βάση) δείχνει ότι η πόλη δεν είναι πια μέρος για να ζεις, αλλά μία τουριστική Ντίσνεϊλαντ. To μέτρο των 5 ευρώ, όπως υποσχέθηκε η διοίκηση Μπρουνάρο, θα εφαρμοσθεί τις 30 ημέρες με τη μεγαλύτερη κίνηση τον επόμενο χρόνο και οι επισκέπτες της πόλης θα ελέγχονται με κάμερες και δειγματοληπτικούς ελέγχους για το αν διαθέτουν το QR code της επίσκεψης. Εδώ και δύο χρόνια, η πόλη συγκεντρώνει στοιχεία από τα δεδομένα θέσης-κίνησης των κινητών τηλεφώνων των επισκεπτών, με στόχο να ελέγξει τις ροές τους.

 

Τουρίστες περπατούν σε υπερυψωμένους διαδρόμους έξω από τη Βασιλική του Αγίου Μάρκου στη Βενετία στις 27 Σεπτεμβρίου 2022, μετά από μια παλίρροια «Alta Acqua». [ANDREA PATTARO/AFP]

Αλλά το Δημοκρατικό Κόμμα της αντιπολίτευσης, επικρίνοντας τα μέτρα, θεωρεί ότι με το «εισιτήριο» η Βενετία μετατρέπεται στη Ντίσνεϊλαντ και επίσημα. Αντιπροτείνουν, για την προστασία της δημόσιας τάξης όπως λένε, μέτρα «για να οριστούν οροφές στους αριθμούς των επισκεπτών». Τα μέλη της διοίκησης του δημάρχου Μπρουνάρο απορρίπτουν τις «οροφές», με το επιχείρημα του ειδικού χαρακτήρα της πόλης.

Στη Σαντορίνη συζητούν από το 2012 για τον περιορισμό των αφίξεων – έχοντας μάλιστα επιβάλει για μια διετία, επί δημαρχίας του Νίκου Ζώρζου (δημάρχου έως το 2019), τον περιορισμό των ημερήσιων αφίξεων στις 8.000 την ημέρα. Το μέτρο αργότερα άρθηκε ως αντιαναπτυξιακό, ενώ σημαντικά βήματα που είχαν γίνει προς την κατεύθυνση του ελέγχου των τουριστικών ροών σταμάτησαν να συζητιούνται, τόσο από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ όσο και από τις κυβερνήσεις Μητσοτάκη, που υιοθέτησαν το δόγμα ότι «οι νησιώτες αποφασίζουν για τα νησιά» (τουλάχιστον μέχρι τον ξυλοδαρμό του Μανώλη Ψαρρού στη Μύκονο τον Μάρτιο του 2023). Στο διάστημα αυτό η επιβάρυνση του νησιού μπήκε σε ανεξέλεγκτη τροχιά. Οι ημερήσιοι επισκέπτες ορισμένες ημέρες του καλοκαιριού φθάνουν τις 120.000, μόνο οι επισκέπτες από την Κρήτη προσεγγίζουν τις 2.000 την ημέρα, ενώ 2000 άτομα κατεβαίνουν κάθε ώρα στο αεροδρόμιο της Fraport. Οι διακινούμενοι τουρίστες κρουαζιέρας αγγίζουν και ξεπερνούν τις 15.000 ορισμένες μέρες, τα λεγόμενα transfer, τα λεωφορειάκια δηλαδή, φθάνουν τα 3.800 (μόνο τα δηλωμένα) στον αριθμό, κυκλοφορώντας σε ένα κακό οδικό δίκτυο 26 χιλιομέτρων (με ακόμα 45 χιλιόμετρα αγροτικών δρόμων), γράφει ο Τάσος Τέλογλου στο  insidestory.gr Διαβάστε την συνέχεια εδώ.