Πώς προστατεύουμε τις θάλασσές μας;

Στη Διεθνή Συνδιάσκεψη για τους Ωκεανούς, ο πρωθυπουργός θα ανακοινώσει τη θέσπιση δύο νέων θαλάσσιων πάρκων στο Αιγαίο και το Ιόνιο. Τι σημαίνει όμως πρακτικά αυτό για την προστασία των οικοσυστημάτων και πόσο καλά μπορεί να λειτουργήσει στην Ελλάδα; Εξετάζουμε τα παραδείγματα της Γυάρου, της Ζακύνθου και της Αλοννήσου.

 

Άρθρο του Tάσου Τέλλογλου, της Ειρήνης Σωτηροπούλου και της Αναστασίας Καραδημήτρη/ Βιώσιμες Κυκλάδες

 

Στην Ελλάδα ακούμε συχνά τη φράση «περιοχή Natura». Πράγματι, υπάρχουν πολλές παράκτιες και θαλάσσιες εκτάσεις που εντάσσονται στο δίκτυο Natura 2000, το οποίο ορίζει ζώνες προστασίας της φύσης με βάση την ευρωπαϊκή Οδηγία για τους Οικοτόπους (92/43/ΕΟΚ) και την Οδηγία για τα Πτηνά (2009/147/ΕΚ). Όμως το γεγονός ότι μια περιοχή εντάσσεται στο ευρωπαϊκό δίκτυο δεν σημαίνει αυτόματα ότι χαίρει θεσμικής και πρακτικής προστασίας στην Ελλάδα.

Υπάρχουν 25 περιοχές με θαλάσσια τμήματα στην Ελλάδα που προστατεύονται από εθνικό νομοθέτημα, όμως το WWF εκτιμά ότι μόνο 1,3% των εγχώριων υδάτων της Ελλάδας καλύπτεται από κάποιο σχέδιο διαχείρισης. Μπορεί ένα μεγάλο κομμάτι του χάρτη να καλύπτεται θεωρητικά από περιοχές Natura, αλλά μόνο τέσσερις περιοχές έχουν συγκεκριμένα, νομικά κατοχυρωμένα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος και χάραξη ζωνών προστασίας: το Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Ζακύνθου, το Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Αλοννήσου και Βόρειων Σποράδων, η Γυάρος και ο Κυπαρισσιακός Κόλπος. Ο τελευταίος αποτελεί σημαντική περιοχή ωοτοκίας της θαλάσσιας χελώνας, στην οποία δεν έχει υπάρξει όμως ουσιαστική εφαρμογή του Προεδρικού Διατάγματος προστασίας, κάτι για το οποίο η Ελλάδα καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Νatura είναι όλες οι εκτάσεις με μπλε και κόκκινες γραμμές, ενώ προστατευόμενες περιοχές είναι αυτές
που έχουν επιπλέον πορτοκαλί, πράσινες ή/και μπλε βούλες, που σημαίνει πως ορίζονται ως περιοχές
αυστηρής προστασίας της φύσης, εθνικά πάρκα, περιοχές διαχείρισης οικοτόπων/ειδών, περιοχές
βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων κ.λπ

Αύριο, Τρίτη 16 Απριλίου, στο πλαίσιο της Διεθνούς Συνδιάσκεψης για τους Ωκεανούς Our Ocean Conference, ο πρωθυπουργός θα ανακοινώσει τη θέσπιση δύο νέων θαλάσσιων πάρκων στο Αιγαίο και το Ιόνιο. Αρκεί όμως η θέσπιση ενός πάρκου, ή είναι απαραίτητα άλλα εργαλεία για την αποτελεσματική προστασία ενός βιοτόπου;

Για να καταλάβουμε το θεσμικό πλαίσιο της προστασίας της θάλασσας, αλλά και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει στην Ελλάδα, κάναμε έναν απολογισμό του ιστορικού των τριών περιοχών που απολαμβάνουν ήδη ουσιαστική θεσμική προστασία και συγκεκριμένη διαχειριστική προσέγγιση, ώστε να δούμε τι μαθήματα μπορούμε να αντλήσουμε από τις επιτυχίες – και τις αποτυχίες τους.

Θαλάσσια Προστατευόμενη Περιοχή Γυάρου

Ο Σπύρος Κοτομάτας είναι άνθρωπος χαμηλών τόνων. Βιολόγος με σπουδές στο Σικάγο, εργάστηκε για μεγάλο διάστημα στην οργάνωση MOm για την προστασία της μεσογειακής φώκιας Monachus monachus και «έστησε» το πάρκο της Αλοννήσου, μία από τις πρώτες θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές της χώρας. Στη συνέχεια αποφάσισε να πάρει άδεια μακράς διαρκείας.

Στη Σύρο, όπου περνούσε μεγάλο μέρος του χρόνου του, τον βρήκε ο Δημήτρης Καραβέλλας της WWF Ελλάς, της οργάνωσης που πήγε στη Γυάρο το 2013 για να υπερασπιστεί τις φωλιές της Monachus monachus και του μύχου, ενός ψαροπουλιού που φωλιάζει στα νησιά της Μεσογείου, και τα λιβάδια της ποσειδωνίας. Ο Καραβέλλας του πρότεινε να αναλάβει επικεφαλής ενός προγράμματος της WWF εκεί για την προστασία της περιοχής, το οποίο χρηματοδοτούσε η ΕΕ και ιδιωτικοί φορείς. Ο Συριανός δύτης Γιώργος Δούναβης είχε δώσει πληροφορίες για τον αριθμό των φωκιών που αναπαράγονταν και ζούσαν στις σπηλιές των απόκρημνων βράχων της Γυάρου.

Δύο φορές ταξίδεψα [γράφει ο Τάσος Τέλλογλου] τους προηγούμενους μήνες με τον Κοτομάτα στη Γυάρο για τις ανάγκες ρεπορτάζ του Αντ1. Αν και το νησί παραμένει ακατοίκητο, η θεσμοθέτηση εκεί της πρώτης Θαλάσσιας Προστατευόμενης Περιοχής (ΘΠΠ) αποδείχθηκε πολύπλοκη υπόθεση.

Στους ψαροτόπους γύρω από το πάλαι ποτέ νησί των εξορίστων, ψαράδες από ολόκληρη τη χώρα εξασφάλιζαν παράνομα για δεκαετίες καλές ψαριές, χάρη στο γεγονός ότι τα νερά της είχαν κλείσει για την αλιεία από το 1976, λόγω του ότι η περιοχή ήταν πεδίο βολής του Ναυτικού. Μετά το 2000, όταν σταμάτησε να κάνει ασκήσεις στην περιοχή το Ναυτικό, ο νόμος παραβιαζόταν με ακόμα μεγαλύτερη άνεση από τους πιο τολμηρούς.

 

Επί χρόνια η WWF έκανε προσπάθειες να πείσει τις ελληνικές κυβερνήσεις ότι έπρεπε η περιοχή της Γυάρου να προστατευθεί με τη σφραγίδα του κράτους. Στο τέλος του 2015, ιδρύθηκε με ΦΕΚ Καταφύγιο Άγριας Ζωής (ΚΑΖ) στη θαλάσσια ζώνη γύρω από τη Γυάρο, συνολικού εμβαδού 245 τ.χλμ. Εκτείνεται σε 3 ναυτικά μίλια γύρω από το νησί και καταλαμβάνει μια χερσαία ζώνη 50 μέτρων από την ακτογραμμή. Οι διακηρυγμένοι στόχοι του ήταν:

  • Η διατήρηση των ρυθμών αναπαραγωγής του τοπικού πληθυσμού της μεσογειακής φώκιας Monachus monachus.

 

  • Η διατήρηση των φωλιών και των περιοχών τροφοληψίας του πουλιού μύχoυ (Puffinus yelkouan) στη βόρεια πλευρά του νησιού.

 

  • Η διατήρηση και προστασία των λειμώνων της ποσειδωνίας καθώς και των υφάλων της τραγάνας, δύο υποθαλάσσιων οικοσυστημάτων με μεγάλη σημασία στην αναπαραγωγή των ψαριών.

 

  • Η προστασία των ιχθυαποθεμάτων.

Στο ΦΕΚ καθορίζονται οι δραστηριότητες που απαγορεύονται (π.χ. να καταστρέφεις τις φωλιές και τα αυγά των προστατευόμενων ειδών), χωρίς όμως να γίνεται η παραμικρή αναφορά στην αλιεία. Ωστόσο τα μέτρα για την προστασία της ποσειδωνίας και της τραγάνας έκαναν από μόνα τους τη δουλειά, καθώς προστάτευαν τους χώρους αναπαραγωγής των ψαριών.

Ο περιορισμός της αλιείας θα έρθει τέσσερα χρόνια αργότερα, τον Ιούλιο του 2019, και αφού το WWF έχει μελετήσει με τη βοήθεια επιστημόνων τους ψαροτόπους γύρω από τη Γυάρο. Το ερημονήσι γίνεται έτσι «μερικώς προστατευόμενη περιοχή». Η συμφωνία του WWF με τους παράκτιους αλιείς είναι ότι θα μπορούν να ψαρεύουν κάποιες μέρες τον χρόνο.

Πολλές προηγούμενες προσπάθειες για τη δημιουργία ΘΠΠ με διαχείριση είχαν αποτύχει εξαιτίας του γεγονότος ότι οι άμεσα ενδιαφερόμενοι δεν είχαν εμπλακεί στον σχεδιασμό και τη διαχείριση της περιοχής. Ο Κοτομάτας ακολούθησε μια άλλη τακτική στη Γυάρο. Μαζί με τις άλλες οργανώσεις και φορείς που υποστήριξαν το project, συμφώνησε με τους αλιείς ότι καμία απόφαση δεν θα ίσχυε, αν δεν ήταν προϊόν ομοφωνίας στη διαβούλευση.

Οι φώκιες και οι άδειες

Ένα από τα πιο δύσκολα σημεία στη διαπραγμάτευση αφορούσε στην πρόσβαση των αλιέων της Άνδρου και της Σύρου στους ψαροτόπους της Γυάρου. Οι αλιείς γνώριζαν ότι η μεσογειακή φώκια που παρεπιδημεί στις σπηλιές της Γυάρου σε μεγάλους αριθμούς (περίπου 70 ζουν εκεί) ήταν ο πρωταρχικός λόγος για τον οποίο μια σειρά οργανώσεων αποφάσισαν να ζητήσουν την προστασία της περιοχής.

Οι φώκιες, σύμφωνα με το ίδιο το WWF, προξενούν ζημιές στην παράκτια αλιεία που φθάνουν και τα €5.000 το έτος, σκίζοντας τα δίκτυα των ψαράδων και παίρνοντας ένα σημαντικό μέρος της ψαριάς τους. Συνεπώς η αύξηση του πληθυσμού τους θα λειτουργούσε ως αντικίνητρο για αρκετούς ψαράδες.

Με τα μνημόνια συνεργασίας μεταξύ των φορέων και των αλιέων, η δυνατότητα πρόσβασης στη Γυάρο, έστω και με περιορισμούς, λειτουργούσε ελκυστικά. Αρκεί το κράτος να έβγαζε τις αναγκαίες άδειες.

«Φανήκαμε πολύ πιο ώριμοι από την πολιτεία», μου λέει ο Δημήτρης Ζάννες από το Κόρθι της Άνδρου, ένας από τους ψαράδες που είδε θετικά το πείραμα της Γυάρου και συμμετείχε σε αυτό. Αρχικά τις άδειες αλιείας θα τις διαχειριζόταν το Λιμενικό, το οποίο όμως στη συνέχεια «πέταξε το μπαλάκι» στο υπουργείο Περιβάλλοντος.

Το μοιραίο καλοκαίρι

Το καλοκαίρι του 2022 το υπουργείο άνοιξε για ένα τρίμηνο τη ΘΠΠ και έγινε η σφαγή του Δράμαλη. Καΐκια από όλη την Ελλάδα ψάρευαν στη Γυάρο. «Ήταν τόσα πολλά τα σκάφη που προτίμησα να απέχω», μου είπε ο Ζάννες. Σύμφωνα με συγκλίνουσες πληροφορίες, το άτακτο «άνοιγμα» έγινε μετά από πίεση στελέχους της κυβέρνησης με καταγωγή από την περιοχή, ενώ πηγές του υπουργείου Περιβάλλοντος θεωρούσαν υπεύθυνες τις ΜΚΟ.

Σήμερα, ουδείς από τους πρωταγωνιστές της τεράστιας αυτής προσπάθειας θέλει να μιλάει για εκείνο το καλοκαίρι. Σύμφωνα με μετρήσεις του ΕΛΚΕΘΕ, η κατάσταση των ιχθυαποθεμάτων επιδεινώθηκε σημαντικά από το τρίμηνο άνοιγμα του 2022.

Τα πράγματα άρχισαν να βελτιώνονται τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, όταν η Γυάρος έκλεισε ξανά μετά από απόφαση του ΥΠΕΝ για καθολική απαγόρευση της αλιείας στην περιοχή έως τον Ιούλιο του 2024.

Τα αποτελέσματα των νεότερων μετρήσεων είναι ενθαρρυντικά, τόσο ως προς το πλήθος των ψαριών όσο και ως προς το μέγεθός τους. Αυτό ισχύει ειδικά στις περιοχές με ποσειδωνία, που μαζί με την τραγάνα εκτείνονται στο 50% της έκτασης που περιβάλλει τη Γυάρο. Παρ’ όλα αυτά, «τα ψάρια στην πλειοψηφία τους είναι βιολογικά ανώριμα», λέει ένας από τους ερευνητές που δραστηριοποιείται στο πεδίο – πρόκειται για ένδειξη ότι 2-3 χρόνια δεν αρκούν για να αναπληρώσει η φύση εκείνο που έχει καταστραφεί (οι ερευνητές του ΕΛΚΕΘΕ έπαιρναν δείγματα με τη βοήθεια ντόπιων αλιέων τέσσερις φορές τον χρόνο).

Συνολικά και ανάλογα με την περιοχή, τα ιχθυαποθέματα είναι αυξημένα από 2-6 φορές σε σχέση με άλλες περιοχές της χώρας. Αλλά δεν λείπουν οι παραβιάσεις της προστασίας της Γυάρου. Από το 2019 μέχρι πριν ενάμισι χρόνο, όταν η διαχείριση της ΘΠΠ πέρασε στον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ), Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου εποπτευόμενο από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, καταγράφηκαν συνολικά 44 περιπτώσεις παραβάσεων, όχι μόνο από επαγγελματίες αλιείς αλλά και από ψαροντουφεκάδες, που κυνηγούσαν χωρίς έλεος τα ψάρια γύρω από το νησί. Ήμουν παρών την πρώτη εβδομάδα του Απριλίου 2024, όταν το Λιμενικό είδε στο ραντάρ που έχει εγκαταστήσει το WWF ένα πλεούμενο με δύο πολίτες που είχαν έρθει νύχτα για ψαροντούφεκο.

 

Στη Γυάρο δεν υπάρχουν κάτοικοι. Όσοι πηγαίνουν χρειάζεται να διανύσουν μεγάλη απόσταση: 17 μίλια από τη Σύρο και 20 από την Άνδρο. Από αυτήν την άποψη, το οικοσύστημα έχει την ησυχία του. Τόσο όμως το WWF όσο και ο ΟΦΥΠΕΚΑ θέλουν να πηγαίνουν άνθρωποι στη Γυάρο, όσο και αν αυτό φαίνεται περίεργο.

Για τον Κοτομάτα ξεκάθαρα οι άνθρωποι που θα έχουν την εμπειρία αυτών των οικοτόπων θα εκτιμήσουν την αξία τους και τελικά θα τους υπερασπισθούν. Γι αυτό, μαζί με τον ΟΦΥΠΕΚΑ καλεί τώρα τους πολίτες να γυρίσουν στο νησί των εξορίστων για να περπατήσουν το σηματοδοτημένο μονοπάτι ή να καταδυθούν στα θαλάσσια μονοπάτια που έχουν σημανθεί για τους δύτες στα μοναδικά νερά γύρω του.

 

Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Ζακύνθου

Η Γυάρος είναι από τις πιο φρέσκιες προσθήκες στο δίκτυο θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών της Μεσογείου (2019), ενώ στην Ελλάδα έχουμε δύο βετεράνους των Εθνικών Θαλάσσιων Πάρκων: αυτά της Αλοννήσου (1992) και της Ζακύνθου (1999).

Βέβαια, το πρώτο Θαλάσσιο Πάρκο με φορέα διαχείρισης στη Μεσόγειο ιδρύθηκε πολύ παλαιότερα, το 1963: είναι το Parc National de Port-Cros στην Κυανή Ακτή της Γαλλίας. Τη δεκαετία του 1980 περνούσε εκεί τα καλοκαίρια του δουλεύοντας ο Λοράν Σουρμπές, ένα από τα πρώτα άτομα που προσλήφθηκαν το 2000 ως επιστημονικό προσωπικό στον Φορέα Διαχείρισης του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου – που το 2022 μετατράπηκε σε Μονάδα Διαχείρισης Εθνικών Πάρκων Ζακύνθου, Αίνου και Προστατευόμενων Περιοχών Ιονίων Νήσων του ΟΦΥΠΕΚΑ, με έδρα στη Ζάκυνθο και παράρτημα στην Κεφαλονιά. Ο Λοράν είναι σήμερα προϊστάμενός της.

Το Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Ζακύνθου ιδρύθηκε το 1999 με Προεδρικό Διάταγμα  και καλύπτει 104,33 τ.χλμ. στον κόλπο του Λαγανά, εκ των οποίων 88,26 τ.χλμ. (85%) αφορούν θαλάσσια έκταση. Κύριος στόχος της ίδρυσης του ήταν η προστασία των παραλιών ωοτοκίας της θαλάσσιας χελώνας Caretta caretta, αλλά και του συνολικού χερσαίου και θαλάσσιου οικοσυστήματος του κόλπου του Λαγανά. Μπορεί μετά από 24 χρόνια η θαλάσσια χελώνα να αποτελεί πλέον αναπόσπαστο κομμάτι του τουριστικού brand της Ζακύνθου, όμως ή πορεία του Πάρκου δεν ήταν ανέφελη.

Και αυτό διότι, ενώ η προστατευόμενη περιοχή της Γυάρου βρίσκεται μίλια μακριά από την τουριστική δραστηριότητα, οι χελώνες του κόλπου του Λαγανά είναι θύματα ενός αθέμιτου ανταγωνισμού. Οι πλατιές, μαλακές αμμουδερές παραλίες και τα ρηχά, ασφαλή νερά του Λαγανά έλκουν τις Caretta caretta γιατί αποτελούν ιδανικό βιότοπο για τις ιδιαίτερες ανάγκες της αναπαραγωγής τους. Έλκουν όμως και εκατομμύρια τουρίστες που προσγειώνονται κάθε χρόνο στο νησί. Η τουριστική σεζόν συμπίπτει μάλιστα με την αναπαραγωγική περίοδο της χελώνας, από τον Μάιο μέχρι τον Οκτώβριο. Κατά τους μήνες αυτούς, το προσωπικό της Μονάδας Διαχείρισης του Πάρκου καλείται να διώχνει τους επισκέπτες από τις πέντε παραλίες ωοτοκίας της χελώνας με πρόσβαση στο κοινό μετά τη δύση του ηλίου (η έκτη, τα Σεκάνια, είναι περιοχή απολύτου προστασίας της φύσης και απαγορεύεται οποιαδήποτε δραστηριότητα εκτός της επιστημονικής έρευνας), ώστε οι χελώνες να μπορούν να φωλεοποιήσουν ανενόχλητες και τα χελωνάκια να βρουν τον δρόμο τους για τη θάλασσα αφού εκκολαφθούν, χρησιμοποιώντας το φως του φεγγαριού και των άστρων που αντανακλάται στη θάλασσα για να προσανατολιστούν.

Οι ζώνες Α,Β,Γ της θαλάσσιας έκτασης του ΕΘΠΖ, no take zones. [Πηγή: MEDPAN]

Οι περιοχές απολύτου προστασίας της φύσης, προστασίας της φύσης και τα προστατευόμενα τοπία του ΕΘΠΖ. [Πηγή: MEDPAN]

Στη Μονάδα Διαχείρισης στη Ζάκυνθο απασχολούνται 22 άτομα, εκ των οποίων τα 14 είναι Φύλακες Περιβάλλοντος. Δουλειά τους είναι να επιτηρούν τα πόστα στις παραλίες και να τοποθετούν κλωβούς πάνω από τις φωλιές ώστε να μην ποδοπατηθούν. Η Μονάδα συνεργάζεται για κοινές περιπολίες με το Λιμεναρχείο Ζακύνθου και διαθέτει δύο δικά της σκάφη (σύμφωνα με πληροφορίες του inside story θα αγοραστούν άλλα δύο με χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης).

«Στη Ζάκυνθο, εξαιτίας και των πτήσεων charter, πλέον έχουμε γύρω στο 1 εκατομμύριο αφίξεις τη σεζόν» μας εξηγεί ο Λοράν Σουρμπές. «Έχουμε την ιδιαιτερότητα σαν Μονάδα Διαχείρισης να επιτηρούμε κάποιες από τις πιο σημαντικές παραλίες ωοτοκίας της θαλάσσιας χελώνας στην Ελλάδα. Όμως η πίεση που ασκείται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού είναι τέτοια, που το προσωπικό δεν αρκεί. Είναι πολύ δύσκολο, γιατί έχουμε την υποχρέωση να φυλάξουμε τον χώρο 24/7, που σημαίνει 3 βάρδιες ανά πόστο». Δεν είναι δύσκολο να υπολογίσουμε γιατί υπάρχει έλλειψη προσωπικού: 3 βάρδιες ανά πόστο για 6 πόστα απαιτούν τουλάχιστον 18 άτομα που θα δουλεύουν αδιάκοπα όλη τη σεζόν, χωρίς άδειες, ενώ η Μονάδα διαθέτει μόνο 14. Παλαιότερα, τα κενά συμπληρώνονταν με εποχιακό προσωπικό, όμως το 2014 σταμάτησαν να γίνονται τέτοιες προσλήψεις.

Σύμφωνα με την ωκεανολόγο Ράνια Σπυροπούλου, μέλος του ΔΣ της οργάνωσης Αρχέλων, που δραστηριοποιείται για τη χελώνα στη Ζάκυνθο τα τελευταία 40 χρόνια, τα κενά αυτά γεμίζουν συχνά εθελοντές της οργάνωσης που έρχονται από όλο τον κόσμο και καλύπτουν οι ίδιοι τα έξοδα διαμονής τους. Η Σπυροπούλου έζησε τη Ζάκυνθο της δεκαετίας του ‘70: «Τότε, ο κόλπος του Λαγανά ήταν ένας παράδεισος. Γαλάζια νερά, τεράστιοι αμμόλοφοι, ένα θαύμα. Όμως άρχισαν να γίνονται μικρές και μεγάλες τουριστικές επιχειρήσεις. Ήταν η Ελλάδα του 1980, που άρχιζε ο τουρισμός μεγάλης κλίμακας».

Τη δεκαετία λοιπόν του ‘80, όσο ο Λοράν Σουρμπές αποκτούσε στο Πορ-Κρο την πολύτιμη εμπειρία που θα έφερνε στη Ζάκυνθο, ο μέχρι τότε ανέγγιχτος κόλπος του Λαγανά βίωσε μια άνευ προηγουμένου έκρηξη τουριστικής δραστηριότητας. Εκτός από τους φυσικούς κινδύνους (π.χ. θηρευτές), τα μωρά χελωνάκια βρέθηκαν ξαφνικά αντιμέτωπα με την όχληση και τη φωτορύπανση που τα αποπροσανατολίζει στην προσπάθειά τους να φτάσουν στη θάλασσα, ενώ οι θηλυκές χελώνες επέστρεφαν σε παραλίες γεμάτες κόσμο και υποδομές, όπου οι φωλιές τους κινδύνευαν να ποδοπατηθούν και η άμμος ήταν συχνά υπερβολικά βρεγμένη και πατημένη για να τη σκάψουν. Χρειάστηκαν μακροχρόνιες καμπάνιες των περιβαλλοντικών οργανώσεων και πιέσεις από διεθνή οικολογικά κινήματα και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να αποκτήσει η καρέττα θεσμική προστασία και σε δεύτερο χρόνο να ιδρυθεί το Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Ζακύνθου.

«Η ίδρυση του Πάρκου ήταν μεγάλη πρόκληση» μας εξηγεί η Χαρίκλεια Μινώτου, υπεύθυνη του προγράμματος Ζακύνθου της WWF και μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής της ΜΔ του ΟΦΥΠΕΚΑ. «Ήταν το δεύτερο μετά την Αλόννησο, οπότε σε μια εποχή που η ανάπτυξη ήταν καλπάζουσα ήταν δύσκολο να πειστεί η τοπική κοινωνία για τα οφέλη που θα είχε η προστασία και η διαχείριση μιας τόσο σημαντικής περιβαλλοντικά περιοχής. Σε πολλές περιπτώσεις υπήρχαν ακόμα και επιθετικές συμπεριφορές και πρωτοβουλίες απέναντι στο Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο και τις ΜΚΟ που δραστηριοποιούνταν στην περιοχή. Δεν υπήρχε ευρεία κοινωνική συναίνεση να αγκαλιάσει αυτή τη μετάβαση. Πήρε πολλά χρόνια και μεγάλες προσπάθειες του Πάρκου ώστε να υπάρξει εποικοδομητική συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές και τελικά να γίνει σημείο αναφοράς για το νησί».

Μέχρι και σήμερα ένα μείζον ζήτημα που τονίζουν τόσο η Μινώτου όσο και η Σπυροπούλου, είναι η εφαρμογή του αυστηρού θεσμικού πλαισίου προστασίας του περιβάλλοντος στο Πάρκο. Το Προεδρικό Διάταγμα ορίζει πολύ συγκεκριμένα τις δραστηριότητες που επιτρέπονται στις διάφορες ζώνες του, ακόμα και τον αριθμό λουόμενων και ξαπλωστρών στις παραλίες ωοτοκίας: για παράδειγμα, στην παραλία του Γέρακα επιτρέπονται έως 60 ομπρέλες και 120 ξαπλώστρες σε απόσταση 3-5 μέτρων από το κύμα και μέχρι 350 επισκέπτες, ενώ στην παραλία του Καλαμακίου έως 150 ομπρέλες και 300 ξαπλώστρες. Περιορισμοί υπάρχουν και για τα σκάφη: στη ζώνη Α του Πάρκου απαγορεύεται η διέλευση και αγκυροβόληση σκαφών και η αλιεία, ενώ στις ζώνες Β και Γ απαγορεύεται η κίνηση σκαφών με ταχύτητα μεγαλύτερη των 6 κόμβων. Όμως στην αναφορά του Αρχέλων για το 2023 και την κοινή ανακοίνωση περιβαλλοντικών οργανώσεων καταγράφονται αρκετά περιστατικά παράβασης των διατάξεων. Κλειδί της υπόθεσης, κατά τους συνομιλητές μας, είναι η αρμοδιότητα που απέκτησαν πέρσι οι υπάλληλοι του Πάρκου να βεβαιώνουν οι ίδιοι πρόστιμα για παραβάσεις, αντί να πρέπει να συντονιστούν με τις αρμόδιες αρχές. Αυτό αναμένεται να εφαρμοστεί για πρώτη φορά φέτος στη Ζάκυνθο.

Υπάρχουν βέβαια και ζητήματα που δεν μπορούν να λυθούν με την επιβολή προστίμων από τους Φύλακες Περιβάλλοντος, όπως η διαβόητη περίπτωση δόμησης και διάνοιξης δρόμου σε αδόμητη ζώνη εντός του ΕΘΠΖ, που κατέληξε με την Περιφέρεια να μειώνει το πρόστιμο στον ιδιοκτήτη από τα €200.000 σε €10.000, ενώ αναμένεται ακόμα η τελική απόφαση του δικαστηρίου. Επιπλέον, μέχρι το 2015 λειτουργούσε εντός του Πάρκου χώρος υγειονομικής ταφής αποβλήτων (ΧΥΤΑ), κάτι για το οποίο η Ελλάδα καταδικάστηκε από την ΕΕ.

Φωτογραφία σε δημοσίευμα της Καθημερινής δείχνει μεγάλης κλίμακας επέμβαση σε αδόμητη περιοχή
του Εθνικού Πάρκου. Η Περιφέρεια, αν και αρχικά επέβαλε πρόστιμο €200.000, στη συνέχεια το
μετέτρεψε σε €10.000.

Παρ’ όλα αυτά, οι συνομιλητές μας παρουσιάζουν έναν πολύ θετικό απολογισμό του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου. «Εδώ και δέκα χρόνια, αυξάνεται μεν ο αριθμός τουριστών, αλλά αυξάνεται και ο αριθμός φωλιών», εξηγεί ο Λουράν Σουρμπές. Μάλιστα, το 2023 ήταν μια από τις χρονιές με τις περισσότερες φωλιές των τελευταίων 40 ετών, καθώς καταγράφηκαν περισσότερες από 1.800.

Μπορεί η Ζάκυνθος εξαιτίας του μαζικού τουρισμού να μην αποκτήσει ποτέ τον χαρακτήρα απολύτου προστασίας της Γυάρου ή του Πορ-Κρο, όπου απαγορεύονται τα αυτοκίνητα και ακόμα και τα ποδήλατα, όμως αναρωτηθήκαμε αν θα μπορούσε να κινηθεί προς το μοντέλο της Αλοννήσου, όπου οι επισκέπτες πληρώνουν εισιτήριο για να μπουν στο Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο. Ένα μικρό περιβαλλοντικό τέλος επί του εισιτηρίου ή του κόστους διαμονής θα αύξανε σημαντικά τους διαθέσιμους πόρους για την προστασία του περιβάλλοντος. «Αυτό γίνεται σε πάρα πολλές προστατευόμενες περιοχές στον κόσμο. Λόγω του μεγάλου αριθμού τουριστών στη Ζάκυνθο τα έσοδα θα ήταν υψηλά και θα έδιναν μία λύση σε ό,τι αφορά τη διαχείριση, τη λειτουργία και τη δυνατότητα καλύτερης εφαρμογής της νομοθεσίας» αναφέρει η Χαρίκλεια Μινώτου. «Πολύ σημαντική θα μπορούσε να είναι και η διαχείριση των προστίμων. Σύμφωνα με το Προεδρικό Διάταγμα, όσα πρόστιμα βεβαιώνονται για περιβαλλοντική ζημιά στην περιοχή του Πάρκου πρέπει να αποδίδονται στη Μονάδα Διαχείρισης, αλλά αυτό δεν έχει γίνει τόσα χρόνια».

[Πηγή: Αρχέλων]

Οι νέες προκλήσεις

Σήμερα, το Πάρκο καλείται να αντιμετωπίσει νέες προκλήσεις. Όπως μας εξηγεί η Ράνια Σπυροπούλου, η κλιματική αλλαγή, εκτός από την αύξηση της στάθμης της θάλασσας, προκαλεί και ένα αναπάντεχο πρόβλημα: η θερμοκρασία της άμμου επηρεάζει το φύλο της χελώνας που θα εκκολαφτεί, και γεννιούνται δυσανάλογα πολλά θηλυκά στο ΕΘΠΖ. Εξαίρεση αποτελεί το Μαραθονήσι, ένα δασωμένο νησάκι που βρίσκεται στον κόλπο του Λαγανά εντός της Προστατευόμενης Περιοχής: εκεί γεννιούνται ακόμα πολλά αρσενικά, επειδή η παραλία έχει βορινό προσανατολισμό και ανοιχτόχρωμη άμμο. Με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, δεν επιτρέπεται η παράκτια δόμηση εκεί και μάλιστα ο ιδιοκτήτης του Μαραθονησίου είχε καταφέρει να πάρει αποζημίωση από το Δημόσιο επειδή δεν έχτισε. Όμως, τώρα εκπονείται νέα Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη από το ΥΠΕΝ για την περιοχή – και ο ιδιοκτήτης του Μαραθονησίου έχει το δικαίωμα να εκπονήσει ο ίδιος ΕΠΜ για την περιοχή, με βάση την οποία θα κριθεί αν θα επιτραπεί στο μέλλον η δόμηση εκεί ή όχι.

Η δεύτερη πρόκληση είναι η το ενδεχόμενο να ξεκινήσουν εξορύξεις ορυκτών καυσίμων σε δυο οικόπεδα με μεγάλη εγγύτητα στο ΕΘΠΖ και τον Κυπαρισσιακό Κόλπο και μάλιστα εντός της τάφρου του Ιονίου, η οποία θα αποτελέσει μέρος ενός από τα δύο νέα ΕΘΠ που θα ανακοινωθούν την Τρίτη στο πλαίσιο της Σύσκεψης για τους Ωκεανούς.

Γιατί αποτελεί αυτό ιδιαίτερο πρόβλημα για τη θαλάσσια πανίδα; Όπως μας εξηγεί η Χαρίκλεια Μινώτου, η τοπική προστασία των ειδών δεν αρκεί. Η συνδεσιμότητα των θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών είναι μια λειτουργία ιδιαίτερα κρίσιμη για τα μεταναστευτικά θαλάσσια είδη όπως η καρέττα, τα οποία χρησιμοποιούν οικολογικούς διαδρόμους για να μετακινούνται. «Μπορεί να υπάρχει όχληση για τις χελώνες στις παραλίες, αλλά σίγουρα δεν διευκολύνονται να φτάσουν εδώ αν υπάρχει πολλή ναυτιλιακή κίνηση, μόλυνση, ή μόνιμες εγκαταστάσεις με ηχητικά συστήματα που προκαλούν ηχορύπανση. Ακόμα, λοιπόν, κι αν είχαμε την τέλεια διαχείριση μέσα στον κόλπο του Λαγανά, κάπως θα έπρεπε να φτάσει εδώ αυτή η χελώνα».

Το ΕΘΠ Ζακύνθου ήταν ιδρυτικό μέλος του Δικτύου Διαχειριστών Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών της Μεσογείου (MEDPAN), που διασυνδέει και συντονίζει τις θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές στη Μεσόγειο επιτελώντας πολύ σημαντική λειτουργία για τα θαλάσσια μεταναστευτικά είδη. Μένει να δούμε τι αποφάσεις θα ληφθούν σχετικά με τις εξορύξεις στα οικόπεδα 10 και 11, εντός της τάφρου του Ιονίου.

Τα δύο νέα ΕΘΠ που θα ιδρυθούν θα έχουν χαρακτηριστικά αρκετά διαφορετικά από τα υπάρχοντα, αφού θα καλύπτουν γιγάντιες εκτάσεις θάλασσας. Αποτελεί αυτό μια ξεχωριστή πρόκληση για τη διαχείρισή τους; Ο Λοράν Σουρμπές μας εξηγεί πως η διαχείριση μιας θαλάσσιας έκτασης είναι πολύ πιο δύσκολη από αυτή μιας χερσαίας. «Οι χερσαίες επιχειρήσεις είναι πολύ πιο εύκολες από τις θαλάσσιες. Όταν πάμε στις παραλίες ωοτοκίας, είναι πολύ εύκολο. Παίρνουμε ένα αυτοκίνητο και πάμε στην παραλία και τελείωσε. Όταν όμως έχουμε περιπολία στη θάλασσα ή μας λένε ότι υπάρχει ένα συμβάν μέσα στη θάλασσα και πρέπει να πάμε, αντί να κάνουμε μίση ώρα, κάνουμε δύο ώρες, τρεις ώρες. Σημαντικό ρόλο παίζει βέβαια και το Λιμενικό Σώμα, με το οποίο κάνουμε κοινές περιπολίες». Η Χαρίκλεια Μινώτου είναι αισιόδοξη για τον ρόλο που μπορούν να παίξουν νέα τεχνολογικά μέσα στη φύλαξη των περιοχών, όπως ραντάρ, δορυφόροι, ειδικοί αισθητήρες και υδρόφωνα.

 

Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Αλοννήσου και Βόρειων Σποράδων

Το μεγαλύτερο παράκτιο πάρκο της Μεσογείου είναι αυτό της Αλοννήσου, στη βορειοδυτική πλευρά του Αιγαίου Πελάγους, οι προσπάθειες για την προστασία του οποίου ξεκινάνε ήδη από τη δεκαετία του ‘70. Αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους βιοτόπους με εξαιρετικά πλούσια βιοποικιλότητα και φιλοξενεί έναν μεγάλο αριθμό σπάνιων ειδών χλωρίδας και πανίδας, με πιο εμβληματικό το μοναδικό είδος φώκιας στη Μεσόγειο, τη Monachus monachus. Παράλληλα, το ναυάγιο της Περιστέρας, το οποίο ανακαλύφθηκε τυχαία το 1985 από έναν ντόπιο ψαρά, αποτελεί το αρχαιότερο ναυάγιο στον κόσμο στο οποίο μπορεί σήμερα άνθρωπος να καταδυθεί και ένα από τα σημαντικότερα ενάλια ευρήματα της Μεσογείου. Σε έκταση σχεδόν 3.000 τ. χλμ., το Εθνικό Πάρκο Αλοννήσου Βόρειων Σποράδων, εκτός από τη θαλάσσια περιοχή, περιλαμβάνει τη νήσο Αλόννησο, έξι μικρότερα νησιά (Περιστέρα, Κυρά Παναγιά, Ψαθούρα, Πιπέρι, Σκάντζουρα και Γιούρα), και 22 βραχονησίδες.

Το μοναδικού κάλλους χερσαίο και θαλάσσιο οικοσύστημα του πάρκου φιλοξενεί περισσότερα από 80 είδη πτηνών (από μικροσκοπικά κουφαηδόνια μέχρι κορμοράνους, γλάρους και αετούς) και 300 είδη ψαριών, μαζί με ερπετά και άλλα είδη ζώων. Σε όλο το μήκος της παράκτιας ζώνης συναντάμε λιβάδια ποσειδωνίας. [discovergreece.com]

Ο πυρήνας του πάρκου, το νησί Πιπέρι, αποτελεί μια αυστηρά προστατευόμενη περιοχή σε ακτίνα 3 ναυτικών μιλίων, καθώς φιλοξενεί έναν από τους σημαντικότερους εναπομείναντες πληθυσμούς της μεσογειακής φώκιας παγκοσμίως, με περισσότερο από το ¼ του πληθυσμού αυτού να έχει καταγραφεί στην περιοχή. Σήμερα, η μονάδα διαχείρισης του ΟΦΥΠΕΚΑ που από το 2003 είναι υπεύθυνη τόσο για τη λειτουργία όσο και για την προστασία αυτής της εκτεταμένης θαλάσσιας περιοχής, αποτελείται μόλις από 4 άτομα. Χωρίς τη συνδρομή της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, η ουσιαστική προστασία του πάρκου πιθανότατα δεν θα ήταν εφικτή.

Όλα ξεκίνησαν από τον Γερμανό ζωολόγο Τόμας Σούλτσε-Βέστρουμ, που το 1976 κατέγραψε για πρώτη φορά στον φακό τη μεσογειακή φώκια. Το εμβληματικό ντοκιμαντέρ του για τις φώκιες της Αλοννήσου, που προβλήθηκε το 1977 στο γερμανικό κανάλι ZDF, είχε 36.000.000 θεατές, ενώ 10 ευρωπαϊκές χώρες διεκδίκησαν αμέσως την ταινία.

Η επτασέλιδη επιστολή του στον τότε εκτελεστικό γραμματέα του Εθνικού Συμβουλίου για τον Φυσικό Σχεδιασμό και το Περιβάλλον, Μ. Γερουλάνο, τον Οκτώβριο του 1976, θα αποτελέσει την απαρχή για τη δημιουργία του Θαλάσσιου Πάρκου Αλοννήσου Βόρειων Σποράδων. Ακολούθησε και ένα δεύτερο γράμμα, που περιλάμβανε περαιτέρω προτάσεις και χάρτη με τις Ζώνες Α και Β, όπως ισχύουν μέχρι σήμερα.

Πόσο κινδυνεύει η Monachus monachus;

Tο 1986 η μεσογειακή φώκια Monachus monachus καταγράφεται ως «απειλούμενο» είδος στην Κόκκινη Λίστα Απειλούμενων Ειδών της Διεθνούς Ένωσης για τη Διατήρηση της Φύσης (IUCN), γνωστή και ως Κόκκινο Βιβλίο. Μεταξύ 2008 και 2015 κατηγοριοποιείται ως «κρισίμως κινδυνεύον» είδος. Από το 2015 και μετά από συντονισμένες δράσεις για την προστασία της βρίσκεται σήμερα στη λιγότερο κρίσιμη κατηγορία, αυτή των «τρωτών» ειδών.

Η δραματική μείωση του πληθυσμού της μεσογειακής φώκιας οφείλεται κυρίως στον ανθρώπινο παράγοντα. Η ηθελημένη θανάτωσή τους από τον άνθρωπο στις ελληνικές θάλασσες, είναι η πρωταρχική αιτία θανάτου, αν θυμηθούμε ότι με Βασιλική Εντολή του 1939 τα δελφίνια και οι φώκιες αποτελούσαν επικηρυγμένο είδος (660 δραχμές για δύο κεφάλια από δελφίνια). Δεύτερη αιτία θανάτου είναι η παγίδευσή τους σε αλιευτικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται ευρέως από την παράκτια αλιεία, που αποτελεί πολύ συχνό φαινόμενο. Παράλληλα, η υπεραλίευση και η παράνομη αλιεία έχουν οδηγήσει σε σημαντική μείωση τα ιχθυαποθέματα, με αποτέλεσμα οι φώκιες να δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν αρκετή τροφή από το φυσικό τους περιβάλλον. Η ραγδαία αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού και η αστικοποίηση σε συνδυασμό με την άνοδο του παραθαλάσσιου και θαλάσσιου τουρισμού υποβάθμισαν σημαντικά τον βιότοπο της μεσογειακής φώκιας και την έδιωξαν από τις ανοιχτές παραλίες, όπου και συνήθιζε να ξεκουράζεται και να γεννάει.

Τα τελευταία 30 χρόνια, καθοριστική υπήρξε η συμβολή της μη κερδοσκοπικής, μη κυβερνητικής οργάνωσης ΜOm Εταιρία για τη Μελέτη και Προστασία της Μεσογειακής Φώκιας στην οργάνωση και λειτουργία δραστηριοτήτων όπως η ενημέρωση του κοινού και η παρακολούθηση της κατάστασης του πληθυσμού της Μεσογειακής φώκιας, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές. [MOm – Monachus monachus]

Όταν το 1986 η μεσογειακή φώκια καταγράφεται ως «απειλούμενο» είδος στην Κόκκινη Λίστα Απειλούμενων Ειδών της Διεθνούς Ένωσης για τη Διατήρηση της Φύσης (IUCN), στην Ελλάδα υπογράφεται από τον νομάρχη Μαγνησίας η πρώτη απόφαση για την προστασία του είδους και των βιοτόπων του. Η πάγια τακτική που επικρατούσε μέχρι τότε στη χώρα αρχίζει σταδιακά να αλλάζει.

Μέσα από αποφάσεις της νομαρχίας και του υπουργείου, τον Μάιο του 1992 εκδίδεται Προεδρικό Διάταγμα, σύμφωνα με το οποίο οι χερσαίες και θαλάσσιες περιοχές των Σποράδων χαρακτηρίζονται ως «Θαλάσσιο Πάρκο». Ακολουθεί το 2003 η εφαρμοστική κοινή υπουργική απόφαση σύμφωνα με την οποία θα τεθεί το γενικό διαχειριστικό πλαίσιο για την περιοχή, που πλέον χαρακτηρίζεται «Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Αλοννήσου». Από κοινού με το Προεδρικό Διάταγμα, θεμελιώνουν το καθεστώς προστασίας που ισχύει μέχρι και σήμερα. Παράλληλα, βάσει της οδηγίας του 1992 για τις natura (92/43/ΕΟΚ), το πάρκο αποτελεί τόπο κοινοτικής σημασίας και εντάσσεται στο οικολογικό δίκτυο ΝΑΤURA 2000. Λίγα χρόνια αργότερα θα χαρακτηριστεί και ειδική ζώνη διατήρησης (Special Protection Areas) με σκοπό τη διασφάλιση της επιβίωσης και της αναπαραγωγής ειδών ορνιθοπανίδας και των βιοτόπων τους.

Επιτρεπόμενες και απαγορευμένες δραστηριότητες ανά ζώνη στο Θαλάσσιο Πάρκο Αλοννήσου. [Πηγή: thalassafoundation]

Το Πάρκο αποτελείται από δύο κύριες ζώνες προστασίας, στις οποίες ισχύουν και διαφορετικές ρυθμίσεις. Η Ζώνη Α περιλαμβάνει όλες τις βραχονησίδες βορειοανατολικά της Αλοννήσου και καθώς αποτελεί την πιο ευαίσθητη περιβαλλοντικά περιοχή, είναι αυστηρής προστασίας. Το Πιπέρι, 24 ναυτικά μίλια από το Πατητήρι, την πρωτεύουσα της Αλοννήσου, είναι η πιο σημαντική περιοχή αναπαραγωγής της μεσογειακής φώκιας. Είναι η κλειστή ζώνη του πάρκου, όπου δεν επιτρέπεται κάποιος να πλησιάσει παρά μόνο για επιστημονική έρευνα και κάποιες διαχειριστικές δράσεις. Εκτός από τον πυρήνα, στη Ζώνη Α επιτρέπεται η παράκτια επαγγελματική αλιεία, καθώς και η ερασιτεχνική μόνο με πετονιές και συρτή. Οι καταδύσεις και το ψαροντούφεκο επιτρέπονται μόνο σε επιλεγμένα σημεία της Β Ζώνης, που περιλαμβάνει κατοικημένες περιοχές. Το 1997 λόγω των ναυαγίων της περιοχής, το θαλάσσιο πάρκο θεσμοθετείται και ως αρχαιολογικός χώρος, γεγονός που επιφέρει την απαγόρευση της μέσης αλιείας (με μηχανότρατες και γρι γρι).


Στη νησίδα Περιστέρα, σε βάθος 25 μέτρων βρίσκεται ένα από τα μεγαλύτερα ναυάγια πλοίων της
κλασικής εποχής. Το πλοίο μετέφερε περισσότερους από 4.000 αμφορείς. Σήμερα, είναι ανοιχτό στο
καταδυτικό κοινό και η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων επιτρέπει σε πιστοποιημένους δύτες να
συμμετέχουν σε συνοδευόμενες ξεναγήσεις, οι οποίες οργανώνονται μέσω των τοπικών Καταδυτικών Κέντρων που έχουν αδειοδοτηθεί να προσφέρουν την υπηρεσία.

Οι παράκτιοι αλιείς της Αλοννήσου ήταν από τους πρώτους που αντιλήφθηκαν τη σημασία της προστασίας του πάρκου και τάχθηκαν υπέρ της θέσπισης προστατευτικών μέτρων. Όπως μας εξηγεί η Βέρα Αλεξανδροπούλου, αντιπρόεδρος του ιδρύματος Thalassa, που δραστηριοποιείται σε θέματα θαλάσσιας προστασίας στην Μεσόγειο, και ιδιαίτερα στον ελλαδικό χώρο, αυτό δεν είναι παράδοξο, αφού αυτοί ήταν που διαπίστωσαν στην ψαριά και το μεροκάματό τους ότι τα ιχθυαποθέματα μειώνονταν δραματικά λόγω της υπεραλίευσης και της ανεξέλεγκτης δραστηριότητας στο πάρκο. «Γνωρίζοντας από πρώτο χέρι τους νόμους και τη λειτουργία της θάλασσας, ήξεραν ότι οι απαραίτητοι αυτοί περιορισμοί στη δραστηριότητά τους θα τους επέτρεπαν να έχουν ψάρια μακροπρόθεσμα».

Η πρώτη ερευνητική μελέτη βάσης ως προς τα οφέλη του πάρκου στα ιχθυαποθέματα πραγματοποιήθηκε το 2016 από το ΑΠΘ και κατέληξε ότι, λόγω των προστατευτικών ρυθμίσεων, βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση από άλλες θαλάσσιες περιοχές της χώρας. Σύμφωνα με τον καθηγητή Ιχθυολογίας του ΑΠΘ Θανάση Τσίκληρα, οι περισσότεροι οργανισμοί εντός προστατευόμενων περιοχών είναι σε καλύτερα μεγέθη. Παράλληλα, δεν διαταράσσεται η πληθυσμιακή ισορροπία αλλά ούτε και η οικοσυστημική, γιατί προστατεύονται όλοι οι οργανισμοί ταυτόχρονα.


Στιγμιότυπο από τον βυθό με υποβρύχιες κάμερες. [Θανάσης Τσίκληρας]

Τα στοιχεία του περιβαλλοντικού οργανισμού MOm, ο οποίος δραστηριοποιείται στην περιοχή από την ίδρυση του πάρκου, δείχνουν ότι ο πληθυσμός της μεσογειακής φώκιας στα ελληνικά ύδατα σημειώνει την πιο ραγδαία αύξηση. Σήμερα η Ελλάδα φιλοξενεί το 60% του παγκόσμιου πληθυσμού, επισημαίνει ο θαλάσσιος βιολόγος της MOm Κίμωνας Κοεμτζόπουλος, ο οποίος ειδικεύεται στα θαλάσσια θηλαστικά. Παρά την πληθυσμιακή αύξηση του είδους, ωστόσο, εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πολλές απειλές στον δρόμο τους προς την ανάκαμψη, συμπεριλαμβανομένης της καταστροφής των οικοτόπων, της καταπάτησης των τοποθεσιών φωλιάς τους από τουρίστες, της ρύπανσης και των θανατηφόρων συναντήσεων με τα αλιευτικά εργαλεία.

Σύμφωνα με τον διευθυντή του φορέα διαχείρισης του πάρκου Σπύρο Ιωσηφίδη, «το Θαλάσσιο Πάρκο και η περιοχή από μονή της είναι ένα φυσικό μνημείο, δηλαδή δεν χρειάζεται να κάνεις κάποια επέμβαση για να το προστατεύσεις, αρκεί να το αφήσεις μονό του, όσο μπορείς πιο ήσυχο».

Οι φύλακες του πάρκου

Όπως συνηθίζεται με τις Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές, αν και στα χαρτιά υπάρχει μια λίστα από επιτρεπόμενες και μη δραστηριότητες, το ουσιαστικό καθεστώς προστασίας κρίνεται εν τέλει στα μέσα ελέγχου και επιτήρησης της περιοχής. Η φύλαξη και κατά συνέπεια η προστασία του πάρκου θα περιοριζόταν μόνο στις υπηρεσίες των τεσσάρων ανθρώπων που στελεχώνουν τη Μονάδα του ΟΦΥΠΕΚΑ, αν δεν είχαν προηγηθεί τα Μνημόνια Συνεργασίας με τις περιβαλλοντικές ΜΚΟ Τhalassa, MOm και Sea Shepherd, οι οποίες συμμετέχουν στο πρόγραμμα της εποπτείας και συμβάλλουν επικουρικά με δικούς τους πόρους, σκάφη και προσωπικό.

Παρόλα αυτά, λόγω της έκτασης και της σημαντικότητας του θαλάσσιου πάρκου Αλοννήσου, οι φορείς ζητούν σταθερά την ενίσχυση, με σκάφη και προσωπικό, τόσο της Μονάδας Διαχείρισης, όσο και του Λιμενικού, που είναι και τα μόνα αρμόδια όργανα να παρεμβαίνουν.

 

Προ ημερών, για παράδειγμα, επαγγελματικό αλιευτικό σκάφος μέσης αλιείας εντοπίστηκε να ασκεί παράνομη αλιευτική δραστηριότητα σε οριοθετημένο αρχαιολογικό χώρο του πάρκου κατά παράβαση του νόμου περί ενάλιων αρχαιοτήτων. Οι μηχανότρατες, καθώς έχουν βαρίδια στα δίκτυα τους, προκειμένου να φτάνουν σε μεγάλο βάθος και να πιάνουν τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό ψαριών (ανάμεσά τους και σημαντικό αριθμό νεογνών) κατά την ανάσυρσή τους οργώνουν κυριολεκτικά τον βυθό, ξεριζώνοντας και καταστρέφοντας ό,τι υπάρχει στο κρίσιμο οικοσύστημά του (ποσειδωνία, σφουγγάρια, κοράλλια, αγγούρια της θάλασσας). Στην περίπτωση του Πάρκου, παρασύρουν και καταστρέφουν και τα ευρήματα των ναυαγίων που αποτελούν κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ακόμα κι αν η κυβέρνηση πρόσφατα εξήγγειλε την απαγόρευση της αλιείας με συρόμενα εργαλεία βυθού σε όλες τις θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές, οι επιπτώσεις τους μέχρι εκείνη τη στιγμή στα θαλάσσια οικοσυστήματα είναι καταστροφικές. Σήμερα, στην ευρύτερη περιοχή του πάρκου (Μαγνησία, Παγασητικός και Σποράδες) υπάρχουν 8 μηχανότρατες, οι 4 εκ των οποίων βρίσκονται στην Αλόννησο. Η Ελλάδα έχει δύο φορές αιτηθεί στην ΕΕ να μειωθούν οι επιτρεπόμενες αποστάσεις από τις ακτές που μπορούν να ψαρεύουν οι μηχανότρατες.

 

Το εισιτήριο

Πριν από δύο χρόνια, για την είσοδο στην πιο ευάλωτη περιβαλλοντικά ζώνη Α, την οποία επισκέπτονται ετησίως περίπου 10.000 άτομα, προβλέφθηκε με Κοινή Υπουργική Απόφαση έκδοση εισιτηρίου. Το συγκεκριμένο μέτρο, αν και δεν ισχύει για τους Αλοννησιώτες, συνάντησε αρκετές αντιδράσεις τόσο από την τοπική κοινότητα και τον Δήμο, όσο και από βουλευτές, επιχειρηματίες της περιοχής και αλιείς άλλων περιοχών. Κατατέθηκαν μάλιστα και δύο προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Ο Δήμος είχε ζητήσει την αναστολή της επιβολής εισόδου με τη λογική ότι, αφού θα έπρεπε να πληρώσει ο επισκέπτης, ίσως τελικά να επέλεγε κάποιον άλλον προορισμό. Βέβαια, ο μαζικός τουρισμός συγκεντρώνεται στη Ζώνη Β, δηλαδή την Αλόννησο, και η Α Ζώνη απευθύνεται κυρίως σε αυτούς που θα την επισκεφθούν με σκάφος ή ιστιοπλοϊκό. Δεδομένου ότι ήταν η αρχή της πανδημίας και είχε ήδη πέσει ο τουρισμός, μετά από τροποποίησή της απόφασης το κόστος του εισιτηρίου ορίστηκε τελικά στο 50% της αρχικής του τιμής (από €11/άτομο στα €5,5 και από €67/σκάφος 10 μέτρων στα €38,5).

Από πέρυσι με τον νόμο 5037/2023, η ίδια η μονάδα διαχείρισης είναι υπεύθυνη για τον έλεγχο των σκαφών και την επιβολή προστίμων, αν οι επισκέπτες δεν έχουν εισιτήριο. «Μας δίνει κάποια βοήθεια γιατί μπορούμε απευθείας να πάμε να ελέγξουμε κάποιο σκάφος, δεν χρειάζεται να καλέσουμε το λιμενικό γιατί έχει πολλές αρμοδιότητες και δεν είναι πάντα διαθέσιμο» μας λέει ο Ιωσηφίδης. Αν εξαιρέσουμε το 24% του ΦΠΑ και το 30% που πάει στο Πράσινο Ταμείο για την στήριξη περιβαλλοντικών δράσεων, κάτι λιγότερο από το 50% των εσόδων από τα πρόστιμα πάει στον Φορέα. Με αυτά, γίνεται η προσπάθεια να υλοποιούνται δράσεις που να δίνουν αξία στο πάρκο, όπως καθαρισμός των ακτών κ.ά.

Από την επιβολή του εισιτηρίου –και παρότι ο αριθμός των παράκτιων αλιέων έχει μειωθεί τουλάχιστον κατά 70% τα τελευταία 6-7 χρόνια στην περιοχή– οι ντόπιοι αλιείς επωφελήθηκαν σημαντικά γιατί έχουν πλέον την αποκλειστικότητα να ψαρεύουν στην περιοχή δωρεάν. Σύμφωνα με τον Ιωσηφίδη, λόγω του εισιτηρίου δεν είναι πολλοί οι επαγγελματίες που έρχονται από άλλα μέρη για να ψαρέψουν. Όσον αφορά στην ερασιτεχνική αλιεία, τα πράγματα είναι κάπως «ανεξέλεγκτα», επισημαίνει ο ίδιος. «Με την κατάργηση της ερασιτεχνικής άδειας αλιείας οποιοσδήποτε με σκάφος μπορεί να ψαρέψει χωρίς να έχει άδεια, γι’ αυτό το λόγο χρειάζεται η φύλαξη».

Στο ερώτημα πώς μπορούμε από τη μία να προστατεύσουμε τα αποθέματα και από την άλλη να εξασφαλίσουμε ότι το επάγγελμα της αλιείας θα συνεχίσει να υφίσταται, ο Τσίκληρας τονίζει ότι «οι ψαράδες πρέπει να καταλάβουν, ότι αν προστατεύονται τα οικοσυστήματα και αυτοί θα κερδίσουν από αυτή την προστασία. Μια προστατευόμενη περιοχή δεν μπορεί να υποστηρίξει πολλούς υγιείς πληθυσμούς ταυτόχρονα. Αυτοί οι πληθυσμοί μετά θα πρέπει να εξαπλωθούν προς άλλες περιοχές. Άρα οι κοντινές περιοχές που αλιεύονται δίνουν περισσότερα ψάρια, μεγαλύτερα και συνεπώς υψηλότερο εισόδημα στους ψαράδες».

[ΜΟm]

Το επόμενο διάστημα αναμένεται το νέο Προεδρικό Διάταγμα με το οποίο θα γίνει από την αρχή ο σχεδιασμός και θα καθοριστεί εκ νέου η ζωνοποίηση του πάρκου. Η Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη για τη Θεσσαλία (εντάσσεται η Αλόννησος) ολοκληρώθηκε τον Νοέμβριο του 2022 και έκτοτε αναμένεται η έκδοση του Προεδρικού Διατάγματος. Η βασική διαφοροποίηση αναφορικά με τη ζωνοποίηση είναι ότι η προστατευόμενη περιοχή θα χωριστεί σε τέσσερις ζώνες. Η σημερινή Α ζώνη μετατρέπεται σε Ζώνη Προστασίας της Φύσης (ΖΕΠ) και καμιά περιοχή δεν χαρακτηρίζεται ως απολύτου προστασίας, ενώ η τωρινή Β ζώνη γίνεται Ζώνη Προστασίας Οικοτόπων και Ειδών (ΕΖΔ).

Σύμφωνα με την Αλεξανδροπούλου, «ακόμα κι αν βελτιωθεί το νομικό πλαίσιο, απόλυτο προαπαιτούμενο για την τήρησή του αποτελεί η δυνατότητα εφαρμογής. Επομένως, επιστρέφουμε πάλι στην επιτακτική ανάγκη ενίσχυσης με σκάφη και προσωπικό των αρμόδιων φορέων, λιμενικού και Μονάδας Διαχείρισης».

 

Άρθρο του Tάσου Τέλλογλου, της Ειρήνης Σωτηροπούλου και της Αναστασίας Καραδημήτρη/ sustainablecyclades.gr

 

Οι «Βιώσιμες Κυκλάδες» είναι ένα δημοσιογραφικό εγχείρημα που εστιάζει στα κρίσιμα ζητήματα που αντιμετωπίζει το νησιωτικό σύμπλεγμα του Νοτίου Αιγαίου καθώς βιώνει την πίεση του υπερ-τουρισμού και των επενδύσεων που στοχεύουν να τον εξυπηρετήσουν. Φιλοδοξούμε να αναδείξουμε διεξοδικά και σε βάθος χρόνου (τουλάχιστον 18 μηνών) τα πολλαπλά ζητήματα βιωσιμότητας που συνδέονται με τη νέα αυτή φάση στη ζωή των Κυκλάδων, από την αδυναμία ζωτικών υποδομών να ανταπεξέλθουν στην πληθυσμιακή έκρηξη του καλοκαιριού ως τις ελλιπείς δημόσιες υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες στους νησιώτες και τα αμέτρητα δημόσια έργα που δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ. Σκοπός είναι να συμβάλλουμε με έρευνες και δεδομένα στον προβληματισμό των τοπικών κοινωνιών για το πώς μπορούν να ευημερήσουν χωρίς να θυσιάσουν τη μοναδικότητα των νησιών που τα καθιστά τόσο ελκυστικά ως τουριστικούς προορισμούς.