Ο Οδυσσέας και η ελληνική διασκέδαση στις μέρες του Covid-19

Για τους Έλληνες το να είμαστε σ ένα εστιατόριο ή μια ταβέρνα στις 12 τα μεσάνυχτα όχι μόνο δεν είναι περίεργο, αλλά είναι μέρος της κουλτούρας μας, ελάχιστοι ξένοι έχουν αυτή τη συνήθεια.

Για τα ποτά μας στα μπαράκια πάμε όλοι μετά τις 23:00, πριν σκουπίζουν όπως συνηθίζουμε να λέμε για να τονίσουμε ότι στα μπαράκια πας αργά. Tα βράδια μας τα περνάμε παρέα με φίλους κάτω απ΄ τον καλοκαιρινό ουρανό μ ένα ποτό στο χέρι σε κάποιο μπαράκι ήσυχο ή πιο φασαριόζικο. Οι τουρίστες που επισκέπτονται την Ελλάδα τόσα χρόνια, απολαμβάνουν εξίσου με τις παραλίες και αυτό το κομμάτι της .

Εδώ και λίγες μέρες όμως, μετά τα πολλά μέτρα που πρέπει να τηρούμε λόγω της πανδημίας , μπήκε στη ζωή μας και το κλείσιμο των καταστημάτων στις 12:00 τα μεσάνυχτα. Την ώρα που όλοι, έλληνες και ξένοι συνηθίζαμε να πηγαίνουμε για ένα ποτάκι , η εφαρμογή των μέτρων επιβάλλει να έχουμε ήδη πιει το ποτό μας και να φεύγουμε με συνοπτικές διαδικασίες. Δυο μέρες τώρα εφαρμόζεται αυτό το μέτρο και στη Σαντορίνη, έτσι αποφάσισα να δω πως συμπεριφέρονται έλληνες και τουρίστες απέναντι στη νέα πραγματικότητα, που ελπίζω και εύχομαι να είναι προσωρινή.

Είναι λίγο μετά τις 23:00 και είμαστε σ ένα γνωστό εστιατόριο του νησιού στην Οία. Απόψε έχει ζωντανή μουσική για τους επισκέπτες του. Λαϊκά και ρεμπέτικα τραγούδια ταξιδεύουν έλληνες και ξένους θαμώνες, στα μονοπάτια της ελληνικής μουσική κάτω απ τον αυγουστιάτικο ουρανό. Τ’ αστέρια ακολουθούν τον ρυθμό, μια που διανύουμε και τις μέρες της ” Βροχής των περσείδων”. Όλοι έχουν μπει στο κέφι, μετά το φαγητό που απολαύσανε με τη συντροφιά της μουσικής.

Απ’ το δίπλα τραπέζι κάνουν νόημα στο σερβιτόρο να παραγγείλουν, ένα ακόμη μπουκάλι κρασί μια που τελείωσε αυτό που συνόδευε το φαγητό ακούω να λέει. Ο σερβιτόρος εξηγεί ευγενικά στον Γάλλο τουρίστα ότι, το κατάστημα θα κλείσει σε 30 λεπτά καθώς πρέπει στις 12 να έχει φύγει και ο τελευταίος πελάτης. Η απορία αλλά και η απογοήτευση ζωγραφίζεται στα μάτια του, ο σερβιτόρος συνεχίζει να του εξηγεί ότι είναι τα νέα μέτρα που πήρε η Κυβέρνηση για τον Covid – 19. Ο Γάλλος τουρίστας τον διακόπτει,

«…καταλαβαίνω τα μέτρα αλλά εγώ για αυτό ήρθα στην Ελλάδα, για να ζήσω κάτι που δεν έχω στο δικό μου τόπο. Την χαλαρότητα και την ελληνική διασκέδαση».

Ο σερβιτόρος ψελλίζει ότι είναι κάτι προσωρινό για να λάβει την αφοπλιστική απάντηση ,

«… τίποτα δεν είναι προσωρινό σ αυτόν τον κόσμο .Πολύ φοβάμαι ότι θα χάσετε την μοναδικότητα σας μέσα απ αυτή την κατάσταση της πανδημίας.

Όλοι ερχόμαστε για να νιώσουμε για λίγο ‘Ελληνες να διασκεδάσουμε και να ζήσουμε με το δικό σας τρόπο, αυτό που δεν έχουμε, πέρα απ τον ήλιο και τη θάλασσα για αυτό σας προτιμούμε από άλλα μέρη. Έρχομαι κάθε χρόνο στην Ελλάδα μόνο για αυτά.

Σας εύχομαι να βρείτε άλλους τρόπους μέσα σ αυτή την κατάσταση να μείνει η Ελλάδα που ξέρουμε.

Φέρτε μου το λογαριασμό και εύχομαι να έχετε ακόμη τον Οδυσσέα μέσα σας , λέει στον σερβιτόρο με νόημα και με χαμόγελο», την τελευταία του φράση την ακουλουθεί σαν ευχή ένα αστέρι που πέφτει εκείνη τη στιγμή.

Να μην χάσουμε την ταυτότητα μας σκέφτομαι. Να μην χάσουμε το χαμόγελο μας, τον τρόπο που διασκεδάζουμε, την επαφή με τους φίλους μας, την οικογένεια, την κοινωνικότητα μας. Η μουσική μετά από λίγο σταματά τα χαμόγελα σβήνουν, η μοναδική συζήτηση μεταξύ των πελατών που ετοιμάζονται για την έξοδο είναι το πόσο άσχημο είναι αυτό που βιώνουμε και πότε θα σταματήσει. Χάθηκε η χαλάρωση και η απόλαυση στην βίαιη αποχώρηση.

Η ώρα δεν έχει φτάσει ακόμη 12 έχουμε σχεδόν μισή ώρα, τρέχουμε στην κυριολεξία, να προλάβουμε να πιούμε ένα ποτό, ξέρουμε ότι και εδώ θα κλείσουν οι πόρτες σε λίγο. Το μαγαζί γεμάτο κόσμο τηρώντας τα μέτρα των αποστάσεων όλοι απολαμβάνουν το ποτό τους . Μια κανονική εικόνα δηλαδή της νησιωτικής Ελλάδας και όχι μόνο, αν εξαιρέσεις τις μάσκες του προσωπικού και τις αποστάσεις των πελατών μεταξύ τους , αλλά ας είναι μπορούμε και έτσι για λίγο.

Πάμε να παραγγείλουμε ποτό και μας διευκρινίζουν ότι σε λίγο κλείνουνε. Ζητάμε να πάρουμε το ποτό μας μαζί, μας σερβίρουν σε ανακυκλώσιμο ποτηράκι μιας χρήσης παρακαλώ και καθόμαστε έξω σε μια γωνιά σε κάτι σκαλάκια αφού δεν είχε τραπέζι . Take away ποτό δεν πίστευα ποτέ στη ζωή μου ότι θα ήταν κάτι απόλυτα φυσιολογικό για τη χώρα μας.

Μου θυμίζει κάπως τις άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες που είναι μια συνηθισμένη εικόνα εδώ και χρόνια με τη διάφορά ότι τώρα πρέπει να καθόμαστε. Τα μαγαζιά μέσα άδεια, καθώς οι πελάτες καπνίζουν και κάθονται έξω στο χώρο του μαγαζιού, στο δρόμο, στην πλατεία, όπου είναι, όρθιοι με το ποτό στο χέρι. Όταν το είχα πρωτοδεί είχα πει Ελλάδα και πάλι Ελλάδα και χαιρόμουν που εμείς διασκεδάζουμε αλλιώς πιο όμορφα. Δεν αναφέρομαι βέβαια στην ώρα, γιατί σχεδόν σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη τα μπαρ κλείνουν νωρίς, όπως αυτή τη στιγμή στη Σαντορίνη.

Τα αστέρια, στον ουρανό στην όμορφη καλντέρα, συνεχίζουν να σβήνουν σχηματίζοντας φωτεινές γραμμές στον ορίζοντα. Όλοι είναι χαλαροί, συζητάνε γελάνε και απολαμβάνουν την βραδιά. Δεν προλαβαίνω καλά καλά να πιω την πρώτη γουλιά απ το ποτό μου και η μουσική κλείνει, το μαγαζί έχει από ώρα σταματήσει να σερβίρει και τα φώτα ανάβουν, « …ανάβουν τα φώτα και το όνειρο σβήνει, αχ το ‘να ποτήρι γεμάτο έχει μείνει», όπως λέει και ένα παλιό τραγούδι .

Μόνο που δεν κλαίμε, κοιταζόμαστε γνωστοί και άγνωστοι απογοητευμένοι, κάποιοι θυμωμένοι μ αυτό που ζούμε. Σαν να χτύπησε το καμπανάκι της λήξης πριν ακόμα ξεκινήσει η βραδιά.

Τα μέτρα προφύλαξης τα τηρούμε όλοι , τι άλλο να κάνουμε, θέλουμε τη ζωή μας πίσω ακούγεται από κάποιον να λέει . Πάμε να φύγουμε λέει κάποιος στη δίπλα παρέα, όχι απαντούν οι φίλοι του, δεν πάμε πουθενά θα πιούμε το ποτό μας εδώ έξω σαν να είμαστε σε πλατεία σαν να είμαστε 20 χρονών και στρώνονται στα σκαλιά και στο σοκάκι σταυροπόδι. Στην υγεία σας φωνάζει και ακολουθούν και άλλοι.

Μια προσπάθεια για αντίσταση απέναντι στη νέα κατάσταση σκέφτομαι . Τηρώντας τα μέτρα αφού δεν γίνεται αλλιώς, αλλά να μην χαλάσει η αυγουστιάτικη παρέα που βγήκε για φαγητό και ένα ποτάκι όπως γίνεται πάντα στην Ελλάδα.

Δεν θα χαλάσει η διάθεση μου λέει μια κοπέλα πιο κει στην υγειά όλων σας θα αντέξουμε. Συζητάνε τη σκληρή πραγματικότητα της εποχής μας . Ρωτάω την ιδιοκτήτρια του μαγαζιού που μόλις βγήκε απ την κλειστή πια πόρτα , πως είναι τώρα μετά την εφαρμογή του μέτρου να κλείνουν απ τις 12 τα μεσάνυχτα . « Ήταν που ήταν δύσκολα φέτος μου απαντά, τώρα μετά απ αυτό και μάλιστα τις καλύτερες μέρες του Αυγούστου μάλλον είναι αδύνατον να επιβιώσουμε. Κάθε μέρα που περνάει σκεφτόμαστε , το ΙΚΑ, το ΦΠΑ, το ΕΝΦΙΑ, τους υπαλλήλους που απασχολούμε και πως θα τους πληρώσουμε, την ύπαρξη μας την ίδια.
Σήμερα δουλέψαμε από τις 10:00 μμ μέχρι της 12:00μμ τι να πρωτοπληρώσουμε από τις εισπράξεις αυτές».

Το σοκάκι της Οίας αρχίζει να αδειάζει μετά από λίγη ώρα, η Ελλάδα σβήνει μαζί με τα αστέρια που πέφτουν σαν βροχή απόψε το βράδυ. Μια βαριά ησυχία απλώνεται στα στενά σοκάκια και όλοι ευχόμαστε να αλλάξουν όλα όσο γίνεται πιο σύντομα.

Η πανδημία έφερε πολλές αλλαγές άλλες φανερές και άλλες όχι τόσο ακόμη. Όλα όμως μα όλα είναι αλλιώς ακόμα και το γειά μας γίνεται από απόσταση χωρίς να τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας.

Εύχομαι όλα να τελειώσουν και να μην περάσει αυτή η απόσταση και στις ανθρώπινες σχέσεις . Να πιούμε τα ποτά μας και πάλι, να πούμε τα τραγούδια μας αγκαλιά και τσουγκρίζοντας τα ποτήρια μας όπως παλιά.

Ελπίζω το ιστορικό μπαράκι στην Οία να μείνει ανοιχτό για πολλά χρόνια ακόμη και να αντέξει σ όλον αυτό τον πόλεμο. Εμείς θα πάμε πιο νωρίς την άλλη φορά γιατί χρωστάμε μια στάση για ένα ποτό και στην ιστορία του και στον εαυτό μας. Καλοκαίρι στη Σαντορίνη χωρίς μια βόλτα στην Οία στο Hassapiko Bar δεν γίνεται.

Όταν όλα τελειώσουν όμως θα φύγουμε όταν θα αποφασίσει η παρέα και όχι κάποιος άλλος για μας όπως τώρα.

Εις υγείαν και καλή λευτεριά σε όλους μας και να ενισχύετε τα μικρά μαγαζιά του τόπου σας όσο μπορείτε.

Όλοι μαζί θα αντέξουμε την μπόρα, κανένας μόνος του. Προσοχή , χαμόγελο και «θα περάσει και αυτό» όπως λέει ο λαός μας.