Πως χάνονται τα όνειρα στην λάσπη….

Ένα ηλιόλουστο απόγευμα στην αγκαλιά ενός νησιού των Κυκλάδων,  γνώρισα δυο πολύ ενδιαφέροντες ανθρώπους τον Μάριο και την Ευαγγελία. Η γνωριμία μας ξεκίνησε από ένα πουλί ή ένα λουλούδι, δεν θυμάμαι, που ήταν φωλιασμένο στην άκρη ενός βράχου. Αρχίσαμε να συζητάμε για την ομορφιά στις λεπτομέρειες που παρατηρεί κανείς και γαληνεύει η ψυχή του, για όσα υπάρχουν γύρω μας και δεν τα βλέπουμε. Για την αξία των απλών πραγμάτων που σταματήσαμε να  απολαμβάνουμε. Για το πόσο αλλάξανε οι τόποι, τα νησιά που όλοι αγαπήσαμε και οι ζωές μας. Οι τόποι που  μέχρι χθες περπατούσαμε και χαιρόμασταν και πια δεν αποτελούν επιλογή για τις διακοπές μας. Που σταματήσαμε να  περιμένουμε πια μετρώντας τις μέρες να έρθει η στιγμή που θα  τους επισκεφθούμε.  Που πάψαμε να δίνουμε ραντεβού με φίλους όπως παλιά περιμένοντας την συνάντηση μας. Που δεν εμπιστευόμαστε εύκολα πια τους ανθρώπους και δεν χαιρόμαστε τη φύση.

Ο Μάριος μου έδειχνε φωτογραφίες από το παρελθόν, όσα του κέντρισαν  το ενδιαφέρον και τα φωτογράφισε και όσα τον έκαναν να μη βλέπει τις αλλαγές που δεν του άρεσαν, στους τόπους που αγάπησε.  Υπάρχουν ακόμη αυτά μου εξηγούσε και  δεν μπορούν να τα αλλάξουν, για αυτούς τους λόγους, συνεχίζω που και που να τα επισκέπτομαι. Για αυτούς τους λόγους που δεν μπορεί να αλλάξει η ανθρώπινη παρουσία,  βρεθήκαμε και εμείς, τυχαία όλοι μαζί στο νησί. Μιλήσαμε ώρες για το τι έχει παρατηρήσει ο καθένας μας,  τι μας έκανε να αγαπήσουμε τα νησιά των Κυκλάδων. Για τον τουρισμό και τις αλλαγές που έχει επιφέρει και πολλά άλλα. Όσο όμορφος και να είναι ένας τόπος όταν φτάνεις να μην μπορείς να δεις τα στοιχεία που τον κάνοουν ξεχωριστό είναι  στιγμή που πρέπει να αποφασίσεις να φύγεις τους εξομολογήθηκα.

Έχεις δίκιο είπαν με μια φωνή , για αυτό και εμείς φτιάξαμε το ησυχαστήριο μας σε μια μικρή πλαγιά στο Πήλιο,στην Ζαγορά, αρχίζοντας να μου περιγράφουν το τοπίο. Το σπίτι μας είναι μικρό, σκαρφαλωμένο σε μια πλαγιά γεμάτη κτήματα με μηλιές και αχλαδιές. Ψηλά δέντρα που στους κορμούς τους έχουν σκαρφαλώσει οι κισσοί, καλύπτοντας τα από τη ρίζα μέχρι τα φύλλα. Μικρά μονοπάτια που οδηγούν στα κτήματα και σε μικρές γωνιές, δίπλα σε ρυάκια που σχηματίζουν οι πηγές του βουνού. Εχει ότι χρειαζόμαστε για να ζήσουμε ήρεμα, μακριά από την φασαρία και τα στραβά της σύγχρονης ζωής. Καλλιεργούμε ότι θέλουμε και έχουμε ανάγκη και έτσι έχουμε καθαρή τροφή χωρίς χημικά και επαφή με την φύση. Ότι άλλο χρειαζόμαστε το προμηθευόμαστε από τους ντόπιους, ότι πιο αγνό έχουν για τις οικογένειες τους τρώμε και εμείς.

Είναι το καταφύγιο μας,  ζούμε ήρεμα σε αρμονία με την φυσικό περιβάλλον, χωρίς παρεμβάσεις που να μας βγάζουν από τον εαυτό μας. Κάνουμε τις βόλτες μας στο βουνό, αφουγκραζόμαστε τους ήχους του, τα πουλιά, το θρόισμα των φύλλων των δέντρων, τον ήχο των νερών που τρέχουν στις βρύσες που έχουν φτιάξει οι ντόπιοι για να ξεδιψούν οι επισκέπτες, απολαμβάνοντας τα δώρα της φύσης . Συναντιόμαστε με τους  αγρότες που καλλιεργούνε τα κτήματα τους γεμάτα μηλιές σκαρφαλωμένα στις πλαγιές. Μας φιλεύουν φρούτα και μιλάμε σαν άνθρωποι όπως γινόταν και παλιά. Δεν σας κρύβω πως ζήλεψα τον Μάριο και την Ευαγγελία και το ησυχαστήριο τους , το ότι κατάφεραν να κάνουν το όνειρο τους πράξη. Μα πιο πολύ ζήλεψα αυτή τη χαρά στα μάτια του Μάριου όταν περιέγραφε τον μικρό του παράδεισο. Το απόγευμα έδωσε τη θέση του στην νύχτα και ήρθε η ώρα να αποχαιρετιστούμε. Είπαμε πως θα ξανασυναντηθούμε είτε στο νησί είτε στα μέρη τους.  Ήταν μια μέρα γεμάτη, μοιραστήκαμε αναμνήσεις με όμορφες κουβέντες και ζήσαμε πολύτιμες ανθρώπινες στιγμές.

Οι καταστροφές που προκάλεσε η κακοκαιρία τις τελευταίες ημέρες έφερε στο μυαλό μου αυτό το ζευγάρι που γνώρισα στις Κυκλάδες τον Μάριο και την Ευαγγελία και έστειλα διστακτικά ένα μήνυμα, να δω αν αντιμετώπισαν προβλήματα και αν είναι καλά καθώς η περιοχή του Πηλίου βρέθηκε στο μάτι της κακοκαιρίας.

Η απάντηση της Ευαγγελίας ήταν άμεση, με μια σειρά φωτογραφιών που συνόδευαν το μήνυμα. “Αυτή είναι η κατάσταση Χαρά, άστα…..”

Ο παράδεισος τους χάθηκε στη λάσπη, η πλαγιά γλύστρισε, παρασύρθηκε από τα νερά και πήρε μαζί της ότι φτιάξανε. Οι καλλιέργειες δεν υπάρχουν πια. Το τοπίο άλλαξε όπως άλλαξαν όλα.  Το καταφύγιο τους γέμισε λάσπη, στέκει ευτυχώς,  αλλά δεν ξέρουν ακόμη αν είναι στέρεο. Τίποτα δεν θυμίζει αυτό που ήταν, το μικρό σπίτι στην πλαγιά, το καταφύγιο τους. Η αυλή  που με τόσο κόπο φτιάξανε είναι ένας σωρός με λάσπη πέτρες και ότι απέμεινε από το σκέπαστρο της  βεράντας. Τα πράγματα τους βουτηγμένα στη λάσπη. Ίσως κάποια στιγμή καταφέρουν να το επαναφέρουν σε μια ισορροπία. Σώθηκαν οι ίδιοι και ο σκύλος που κάθεται στο λασπωμένο έδαφος αντιμετωπίζοντας και αυτός τη νέα κατάσταση, αγριεμένος για όσα του πήρε ο θυμωμένος καιρός.

 

Κάποτε είχαν ένα σπίτι στην πλαγιά του βουνού.  Ένα μικρό σπιτάκι που χώραγε τα όνειρα τους και ένα σκύλο…..

Ο Μάριος και η Ευαγγελία θα ξαναφτιάξουν το “βασίλειο” τους και θα συνεχίσουν τη ζωή τους,  όπως χιλιάδες άλλοι σε αυτή τη χώρα που τους βρήκε το κακό. Εμείς  να βοηθήσουμε,  τώρα που μας έχουν ανάγκη με όποιο τρόπο μπορεί ο καθένας, γιατί αυτό που έχουμε σ αυτή τη ζωή είναι ο ένας τον άλλο, τίποτα άλλο.