Συνταγματική η διαγραφή παιδιών από παιδικό σταθμό που δεν έχουν εμβολιαστεί

«Συνταγματική η διαγραφή παιδιών από παιδικό σταθμό σε περίπτωση που οι γονείς αρνούνται να τα εμβολιάσουν» αποφάσισε το Συμβούλιο της Επικρατείας(ΣτΕ).

Σύμφωνα με τη απόφαση η πρόβλεψη του κράτους να λαμβάνει μέριμνα για τη δημόσια υγεία, επιτρέπει να διαγράφονται από τους παιδικούς σταθμούς και τα νηπιαγωγεία τα παιδιά στην περίπτωση που οι γονείς είναι αρνητικοί στον εμβολιασμό τους.

Η απόφαση είναι αποτέλεσμα της προσφυγής στο ΣτΕ γονέα που το παιδί του διαγράφηκε από το σχολείο μετά από άρνηση εμβολιασμού. Συνολικά διαγράφηκαν 4 παιδιά από δημοτικούς παιδικούς σταθμούς σε δήμο της Ανατολικής Μακεδονίας καθώς αρνήθηκαν τον εμβολιασμό για παιδικές ασθένειες. Αυτός ήταν και ο λόγος που οδήγησε τον πατέρα ενός από τα παιδιά να προσφύγει στο ΣτΕ ζητώντας να ακυρωθεί η απόφαση που έλαβε στις 14 Ιανουαρίου του 2020 το δημοτικό συμβούλιο, εκτιμώντας την απόφαση ως αντισυνταγματική και αντίθετη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).

Σύμφωνα με την απόφαση του ΣτΕ «το τέκνο των αιτούντων δεν έχει εμβολιαστεί με το σύνολο των προβλεπόμενων για την ηλικία του εμβολίων και δόσεων σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών. Συνεπώς, οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένες….».

«θα αντέκειτο στην αρχή της ισότητας η αξίωση προσώπου να μην εμβολιαστεί, επικαλούμενο ότι δεν διατρέχει ατομικό κίνδυνο, εφόσον διαβιώνει σε ασφαλές περιβάλλον οφειλόμενο στο γεγονός ότι τα άλλα πρόσωπα του περιβάλλοντός του έχουν εμβολιαστεί» αναφέρεται στην απόφαση.

 

Στην απόφαση μεταξύ άλλων αναφέρεται: «η μέριμνα για την δημόσια υγεία αποτελεί συνταγματική υποχρέωση του Κράτους, στο πλαίσιο της οποίας η Πολιτεία οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη της διάδοσης και την καταπολέμηση μεταδοτικών ασθενειών, οι οποίες συνιστούν σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία.

Στα μέτρα αυτά εντάσσεται και ο εμβολιασμός νηπίων και παιδιών, ο οποίος διενεργείται με σκοπό την προστασία της υγείας, συλλογικώς και ατομικώς, από τις ασθένειες καθώς και την βαθμιαία εξάλειψή τους.

Το μέτρο του εμβολιασμού, καθ’ εαυτό, συνιστά σοβαρή μεν παρέμβαση στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και στην ιδιωτική ζωή του ατόμου και δη στη σωματική και ψυχική ακεραιότητα αυτού, πλην όμως συνταγματικώς ανεκτή, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) ότι προβλέπεται από ειδική νομοθεσία, υιοθετούσα πλήρως τα έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα στον αντίστοιχο τομέα.

β) ότι παρέχεται δυνατότητα εξαίρεσης από τον εμβολιασμό σε ειδικές ατομικές περιπτώσεις, για τις οποίες αυτός αντενδείκνυται. Η ως άνω παρέμβαση, εφόσον κρίνεται, σύμφωνα με τεκμηριωμένα επιστημονικά δεδομένα, αναγκαία και πρόσφορη για την προστασία της υγείας τόσο των ίδιων των εμβολιαζομένων όσο και τρίτων (λ.χ. βρεφών που δεν έχουν ακόμη εμβολιασθεί, ατόμων που δεν επιτρέπεται για ιατρικούς λόγους να εμβολιασθούν) δεν είναι δυσανάλογη για την επίτευξη του προμνημονευθέντος συνταγματικού δημοσίου σκοπού.

Εξάλλου, η θέσπιση του επίμαχου μέτρου δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητας, δεδομένου ότι σε εμβολιασμό υπόκεινται όλα ανεξαιρέτως τα νήπια και παιδιά, πλην εκείνων που τελούν ατομικώς σε ειδικές διαφορετικές συνθήκες, δεν επιτρέπεται δηλαδή για λόγους υγείας να εμβολιαστούν.

Αντιθέτως, θα αντέκειτο στην αρχή της ισότητας η αξίωση προσώπου να μην εμβολιαστεί, επικαλούμενο ότι δεν διατρέχει ατομικό κίνδυνο, εφόσον διαβιώνει σε ασφαλές περιβάλλον οφειλόμενο στο γεγονός ότι τα άλλα πρόσωπα του περιβάλλοντός του έχουν εμβολιαστεί.

Άλλωστε, η εμφάνιση σε στατιστικώς πολύ μικρό αριθμό περιπτώσεων σοβαρών παρενεργειών ορισμένων εμβολίων δεν καθιστά συνταγματικώς ανεπίτρεπτη τη νομοθετική πρόβλεψη του εμβολιασμού νηπίων και παιδιών και είναι πάντως ανεκτή χάριν του δημοσίου συμφέροντος, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις ερείδονται επί εγκύρων και τεκμηριωμένων επιστημονικών δεδομένων κατά τα προεκτεθέντα.
Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι, ενδεχομένως και κατά τις περιστάσεις, δύναται να συντρέχει περίπτωση αποζημίωσης των παθόντων από τις παρενέργειες αυτές για ζημία προκληθείσα όχι από παράνομη αλλά από νόμιμη ενέργεια του Δημοσίου.

Συνεπώς, δεδομένου ότι δεν προβάλλεται ότι ο εμβολιασμός των νηπίων για τις συγκεκριμένες ασθένειες δεν ερείδεται επί εγκύρων και τεκμηριωμένων επιστημονικών δεδομένων, ούτε προβάλλονται συγκεκριμένοι ισχυρισμοί σχετικά με την εξ αυτού στατιστική πιθανότητα εμφάνισης δυσανάλογου αριθμού σοβαρών παρενεργειών, οι παρατιθέμενοι ανωτέρω λόγοι ακυρώσεως περί παραβίασης του δικαιώματος στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και στην συμμετοχή στην κοινωνική ζωή της χώρας, του δικαιώματος σε προστασία της ιδιωτικής ζωής, της αρχής της ισότητας, της αρχής του κοινωνικού κράτους δικαίου και της αρχής της αναλογικότητας, όπως αυτά κατοχυρώνονται στις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1 του Συντάγματος και 8 της ΕΣΔΑ, 4 παρ. 1 και 2 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, καθ’ ό δε μέρος γίνεται επίκληση των άρθρων 9 και 10 της ΕΣΔΑ οι λόγοι ακυρώσεως είναι απορριπτέοι προεχόντως ως όλως αορίστως προβαλλόμενοι.14. Επειδή, προβάλλεται ότι με τις προσβαλλόμενες πράξεις παραβιάζεται το δικαίωμα των αιτούντων και του ανήλικου τέκνου τους σε δωρεάν παιδεία, όπως αυτό κατοχυρώνεται από το άρθρο 16 παρ. 4 του Συντάγματος και από το άρθρο 14 παρ. 1 και 3 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.

Όμως, από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 1566/1985 συνάγεται ότι η παρεχόμενη στους παιδικούς σταθμούς προσχολική αγωγή δεν εντάσσεται στην υποχρεωτική πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και, κατ’ ακολουθία, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος δωρεάν παιδείας για όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 16 παρ. 4 του Συντάγματος .Επίσης, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 14 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, η προσχολική αγωγή δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής αυτών ούτε άλλωστε οι αιτούντες ισχυρίζονται ότι ο εμβολιασμός αντιτίθεται σε σοβαρές θρησκευτικές, φιλοσοφικές ή παιδαγωγικές πεποιθήσεις τους. Κατ’ ακολουθία ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό του.15. Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη εξεδόθη κατά παράβαση νόμου, διότι ο Πρότυπος Κανονισμός Λειτουργίας Δημοτικών Παιδικών και Βρεφονηπιακών Σταθμών δεν προβλέπει λόγους και διαδικασία διαγραφής παιδιών, άλλως ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις δεν είναι νομίμως αιτιολογημένες, εκδόθηκαν κατά παράβαση των κανόνων ανάκλησης των διοικητικών πράξεων και καθ’ υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας της Διοίκησης.Και τούτο διότι, κατά τους ισχυρισμούς των αιτούντων, δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου κίνδυνος και μάλιστα αρκούντως προσδιορισμένος για την υγεία των υπόλοιπων, εμβολιασμένων παιδιών, ενώ η Διοίκηση όφειλε να παραθέσει ιατρικά στοιχεία, προηγούμενα περιστατικά και στατιστικά στοιχεία, προκειμένου να τεκμηριώσει ότι από τον ελλιπή εμβολιασμό του τέκνου τους δημιουργείται κίνδυνος για την υγεία των άλλων παιδιών που φιλοξενούνται στον ίδιο παιδικό σταθμό.16. Επειδή, από τη γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, σύμφωνα με την οποία το αρμόδιο προς έκδοση διοικητικής πράξεως όργανο είναι, κατ’ αρχήν, αρμόδιο να εκδώσει και την αντιθέτου προς αυτήν περιεχομένου πράξη, συνάγεται ότι η εγγραφή νηπίου σε δημοτικό παιδικό σταθμό μπορεί, κατ’ αρχήν, να ανακληθεί (υπό την έννοια της πρόωρης διακοπής της φιλοξενίας του νηπίου στον δημοτικό παιδικό σταθμό), εφόσον διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχει κάποια από τις προϋποθέσεις εγγραφής (πρβ. ΣτΕ 1168/2017, 3370/2007).Εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι το τέκνο των αιτούντων δεν έχει εμβολιαστεί με το σύνολο των προβλεπόμενων για την ηλικία του εμβολίων και δόσεων σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών. Συνεπώς, οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένες, εξεδόθησαν δε κατ’ ενάσκηση δεσμίας αρμοδιότητας της Διοίκησης, αφού διαπιστώθηκε ότι δεν συνέτρεχε μία εκ των προϋποθέσεων εγγραφής του τέκνου των αιτούντων στον δημοτικό παιδικό σταθμό, και δεν χρειαζόταν για την πληρότητα της αιτιολογίας τους να διαλάβουν εξατομικευμένη κρίση σχετικά με τον κίνδυνο που προκαλείται για τα νήπια που φιλοξενούνται στον συγκεκριμένο παιδικό σταθμό. Επομένως, όλοι οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί των αιτούντων πρέπει να απορριφθούν».

 

Η απόφαση του ΣτΕ