Η συλλογή της κάπαρης και το μονοπάτι για την Παναγιά την Πλάκα με τα ζεστά νερά του ηφαιστείου.

Η γνωριμία μου με το φυτό, που φωλιάζει πάνω στα βράχια, στις μάντρες και τα μονοπάτια, έγινε στη Σαντορίνη.

Εκεί που δεν το περιμένεις, μέσα στο ξερό τοπίο, ξεπροβάλλει καταπράσινη και αν έχει περάσει λίγο η εποχή της συγκομιδής, είναι γεμάτη πανέμορφα άσπρα λουλούδια.

 

Η τύχη μου, μ έφερε να μένω σ ένα σπίτι Σαντορινιών, του κυρ Ευθύμη και της κυρά Μαρίας. Ένα ζευγάρι που έχει κρατήσει τις συνήθειες και τις παραδόσεις αναλλοίωτες στην καθημερινότητα τους παρά την ανάπτυξη του νησιού. Έτσι είχα την ευκαιρία να δω, να μάθω, να ζήσω τις τοπικές συνήθειες και να δοκιμάσω διάφορα καλούδια, που σε άλλη περίπτωση δεν θα μπορούσα.

Πίνοντας ένα πρωί τον καφέ μου στην αυλή, ρώτησα τον κυρ Ευθύμη από ποιόν να αγοράσω κάπαρη. Με κοίταξε με μια δόση απορίας και λίγο απαξιωτικά και μου είπε «γεμάτος είναι ο τόπος γιατί δεν πας να μαζέψεις είναι η εποχή. Καλό θα σου κάνει θα περπατήσεις και θα χάσεις και κανένα κιλό».

Σαν αστικοποιημένη πολίτης τόσα χρόνια, το πρώτο που έκανα, ήταν να γελάσω και να προφασιστώ διάφορες δικαιολογίες, δεν ξέρω… πως..τι να μαζέψω.. και άλλες. Αφού μου έδωσε άμεσα όλες τις απαντήσεις σταμάτησα να ρωτάω, γιατί ήξερα, ότι και να πω έχει την απάντηση. Την επόμενη μέρα το πρωί, βρήκα στην πόρτα μου ένα τσουβάλι και ένα κλαδευτήρι.

Εννοείται πως δεν πήγα, έτσι μόλις ξαναβρεθήκαμε με ρώτησε, «πήγες για κάπαρη?» Η αρνητική μου απάντηση έπεσε στο κενό, σαν να μην άκουσε τίποτα, είπε, «όταν θα πας να το κόβεις το κλωνάρι όλο, έτσι πρέπει για να «δώσει» πάλι». Να και τα μυστικά είπα μέσα μου. «Ακούς να το κόψεις το κλωνάρι να ξαναγίνει το φυτό σωστό. Α… και να πας πρωί, με τη δροσιά, τότε μαζεύεται» και έφυγε.

 

 

Μετά από δυο μέρες ξεκίνησα για το μάζεμα της κάπαρης. Επέλεξα ένα μονοπάτι στο Μεγαλοχώρι, που ξεκινά από την κορυφή στην άκρη της καλντέρας και καταλήγει στη θάλασσα. ‘Εβλεπα καιρό από ψηλά την Παναγιάς της Πλάκας, αλλά δεν αποφάσιζα να κατέβω στο γυαλό. Η θέα καταπληκτική και το πρώτο εκκλησάκι δίπλα στο μονοπάτι ο Άγιος Νικόλαος, συνέχισα και σε κάθε στροφή με περίμενε μια έκπληξη.

 

 

Οι σμιλεμένοι βράχοι απ τον αέρα, με τους απίθανους σχηματισμούς , συνέθεταν μια τέλεια εικόνα που κανένας φακός δεν μπορεί να αποτυπώσει. Τα χρώματα της Σαντορινιάς γης που εναλλάσσονται μαγικά, γέμιζαν τα μάτια μου. Τα αρωματικά φυτά και οι αγριοβιολέτες μοσχοβολούσαν, οι σαύρες έφευγαν τρομαγμένες απ τα βράχια που λιαζόταν, αφού τους χαλούσα την ησυχία με τα βήματα μου.

 

 

Μετά από τη μισή διαδρομή στο μονοπάτι, έβλεπα πια το άσπρο εκκλησάκι, αφιερωμένο στην Παναγιά στην περιοχή Πλάκα. Στεκόταν αγέρωχο απέναντι απ το ηφαίστειο, στην απάνεμη πλευρά του βουνού.

 

 

Δεξιά του λίγο πιο κάτω, μικρά σπιτάκια το ένα δίπλα στο άλλο στέκουν αγναντεύοντας το ηφαίστειο. Οι θόλοι, όπως τους λένε οι ντόπιοι, είναι χώροι που μένανε για να κάνουν παλιά τα ζεστά τους μπάνια. Ένα ξεχωριστό καμαράκι- βρίσκεται κάτω αριστερά απ την Παναγιά – δέχεται απ το βουνό από μια φλέβα του ηφαιστείου τα ζεστά νερά. Μια μπανιέρα χτιστή με μια σφήνα-πώμα για να αλλάζουν νερά για τον επόμενο, είναι όλη η εγκατάσταση. Απλή και έξυπνη για να εξυπηρετεί τον σκοπό της.

 

 

Η ήρεμη θάλασσα απλώνεται μπροστά μου. Δυο ψαράδες με τα καλάμια τους κάθονται στα βράχια, περιμένοντας υπομονετικά τα ψάρια. Οι καπαριές είναι διάσπαρτες, πανέμορφες, κάποιες με άσπρα λουλουδάκια κάποιες όχι πάνω στους βράχους, αψηφώντας τους δυνατούς αέρηδες των Κυκλάδων.

 

 

Απόλαυσα τη θέα γέμισα την ψυχή μου με χρώματα και αρώματα και ταξίδεψα. Μετά από αρκετή ώρα ξεκίνησα τη συλλογή της κάπαρης. Γέμισα το 1/5 απ το τσουβάλι , «είναι βαριά η καλογερική» έλεγε η μάνα μου, όλα έχουν τον κόπο τους, αν δεν το κάνεις, δεν το καταλαβαίνεις τρώγοντας. Τώρα κατάλαβα γιατί μου φαινόταν « τσιμπημένη» η τιμή της, γιατί όλη διαδικασία δεν είναι εύκολη, ούτε και οι διαδρομές για την ανεύρεση της. Πήρα πάλι το δρόμο της επιστροφής και επέστρεψα στη βάση μου.

 

 

Τώρα ήμουν έτοιμη για την υπόλοιπη διαδικασία πλημμυρισμένη από όμορφες εικόνες. Αφαίρεσα ένα ένα τα φύλλα απ τα κλαδάκια, όπως μου είπε η κυρά Μαρία, ξεχώρισα τα κουμπάκια και τα λίγα αγγουράκια που βρήκα σε μερικές καπαριές και ήταν έτοιμα για την συντήρηση τους. Θα σας πω και τη συνταγή αφού την έμαθα. Τα φύλλα τα βράζεις λίγο και μετά τα βάζεις στο νερό να ξεπικρίσουν και μετά στο αλάτι. Τα κουμπάκια και τα αγγουράκια στο αλάτι κατευθείαν. Εκείνη δεν βάζει ξίδι γιατί μαλακώνουν, βάζει στο πιάτο όταν τα σερβίρει, αφού πρώτα τα βάλει σε λίγο νερό να φύγει το πολύ αλάτι. Τώρα περιμένουν στα βαζάκια να γίνουν για να τα απολαύσουμε.

 


Αυτή λοιπόν την εμπειρία με την προτροπή του κυρ Ευθύμη δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Αποκόμισα γνώση τόσο για την συλλογή της κάπαρης και την διατήρηση της, από τις συνταγές της κυρά Μαρίας, αλλά γνώρισα και τον τόπο. Εκτίμησα πιο πολύ και αυτά που τρώμε και τον κόπο των ανθρώπων της γης. Ήταν η αφορμή να μάθω, τα ζεστά νερά του ηφαιστείου και τα μπάνια των ντόπιων και φυσικά αγάπησα περισσότερο το νησί, μέσα απ τις ομορφιές του.
Η γαλήνη απ’ την μοσχοβολιά της γης και την ομορφιά του τοπίου, τα στοιχεία απ τη ζωή των κατοίκων και η διαδικασία συλλογής της κάπαρης, έχουν χαραχθεί στη μνήμη μου.
Εμπειρίες και αναμνήσεις, τα μεγάλα μυστικά της ζωής.

Αν έρθετε ποτέ στη Σαντορίνη ή μένετε εδώ αξίζει να κάνετε μια βόλτα. Να ανακαλύψετε τις ομορφιές της που πολλές φορές είναι ανώτερες απ την θέα στην αντικειμενικά όμορφη και ξακουστή Καλντέρα. Όμως Σαντορίνη δεν είναι μόνο η Καλντέρα. Ίσως και εσείς να ανακαλύψετε μια άλλη όψη του νησιού, εξίσου όμορφη και σίγουρα ενδιαφέρουσα.
Όσο για την δυσκολία της διαδρομής αφού κατάφερα εγώ να την φέρω εις πέρας σίγουρα μπορείτε και εσείς. Πάρτε νερό, καπέλο, φορέστε αθλητικά παπούτσια και ξεκινήστε.